ΕΝΑΣ ΧΡΟΝΟΣ
ΕΞΩΤΕΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΤΡΑΜΠ
Το κείμενο αυτό αποτελεί προδημοσίευση άρθρου στο επόμενο τεύχος των
Εθνικών Επάλξεων, περιοδικού οργάνου του Συνδέσμου Επιτελών Εθνικής Αμύνης
(ΣΕΕΘΑ).
Ένας χρόνος είναι επαρκές
διάστημα για να γίνει μία πρώτη σοβαρή αξιολόγηση της εξωτερική πολιτικής του
προέδρου Τραμπ. Ορισμένες δηλώσεις του οποίου κατά την προεκλογική περίοδο και
αμέσως μετά την εγκατάστασή του στον Λευκό Οίκο είχαν δημιουργήσει ευεξήγητες
ανησυχίες για τους διεθνείς προσανατολισμούς της υπερδύναμης υπό την ηγεσία του.
Μολονότι όμως η εσωτερική πολιτική του κ. Τραμπ προσκρούει συχνά σε ισχυρές
αντιστάσεις ακόμη και στο ίδιο του το κόμμα, και η γενικότερη επικοινωνιακή του
εικόνα είναι συχνά προβληματική, [i]
ο απολογισμός των πεπραγμένων του στον διεθνή χώρο είναι μάλλον καθησυχαστικός
για τους διακρίνοντες την ουσία των χειρισμών από την κομψότητα συμπεριφοράς, η
και το προσωπικό ήθος. Με τις επιλογές του Αμερικανού προέδρου για το συναφές υψηλόβαθμο
κυβερνητικό προσωπικό να κρίνονται γενικώς επιτυχείς· και με τις γεωπολιτικές
του στοχεύσεις και κινήσεις να φέρουν ως επί το πολύ τη σφραγίδα του ρεαλισμού.
Πιο συγκεκριμένα: ακόμη και οι
πολιτικοί του αντίπαλοι αναγνωρίζουν την καταλληλότητα των προσώπων που επέλεξε
για τις καίριες θέσεις των επικεφαλής του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας και των
υπουργείων εθνικής άμυνας και εξωτερικών. Ενώ, με κύρια εξαίρεση την απόσυρση
της χώρας του από τη διεθνή συμφωνία για την κλιματική αλλαγή - η εκ της
οποίας, άλλωστε, περιβαλλοντική ζημία θα είναι πιθανότατα περιορισμένη και
ανατάξιμη στην πορεία - οι μείζονες στρατηγικές
του αποφάσεις, σε αντιδιαστολή με την ιδιόρρυθμη και προβληματική προσωπική του
ρητορική που συχνά τις συνοδεύουν, αποδεικνύονται γενικώς δόκιμες και ως επί το
πολύ στη γραμμή πάγιων αμερικανικών θέσεων και επιδιώξεων.
Σταθερή στήριξη προς ΕΕ και ΝΑΤΟ
Εν πρώτοις, οι φόβοι – πηγάζοντες
από πράγματι απαξιωτικές δηλώσεις του υποψηφίου Τραμπ - ότι οι ΗΠΑ θα
αποστασιοποιηθούν από τους Ευρωπαίους
συμμάχους και εταίρους των αποδεικνύονται αβάσιμοι. Η Ουάσιγκτον εξακολουθεί να
στηρίζει εκθύμως την ΕΕ και να δραστηριοποιείται ενεργώς στο ΝΑΤΟ – όπως διαπιστώθηκε
αμέσως μετά την ανάληψη των προεδρικών καθηκόντων από τον κ. Τραμπ, [ii]
και έκτοτε έχει πλήρως επιβεβαιωθεί.
Ενώ η συχνά επικριθείσα απαίτηση
του Αμερικανού προέδρου οι Ευρωπαίοι νατοϊκοί σύμμαχοι να αυξήσουν την πράγματι
ανεπαρκή συνεισφορά τους στην κοινή άμυνα φαίνεται να αποδίδει καρπούς.[iii]
Οι όποιες δε ευρω-αμερικανικές διαφορές, τόσο οι πρόσφατες περί το παγκόσμιο
κλίμα, όσο και οι προϋπάρχουσες της προεδρίας Τραμπ ως προς το διατλαντικό εμπόριο, [iv]
είναι σαφώς αντιμετωπίσιμες δια της διαπραγματευτικής οδού - και πάντως όχι
καθοριστικής σημασίας για τις ευρω-ατλαντικές σχέσεις.
Οι αμφίσημες σχέσεις με τη Ρωσία
Διαρκούσης της προεκλογικής
εκστρατείας, ο κ. Τραμπ είχε, εξ άλλου, καταστήσει σαφή την πρόθεσή του να εξομαλύνει
τις σχέσεις της χώρας του με τη Ρωσία. Οι σχετικές όμως προσπάθειές του μετά
την ανάληψη της προεδρίας δυσχεραίνονται από την έμμονη επιδίωξη των πολιτικών
του αντιπάλων, επικαλούμενων υποτιθέμενη υποχθόνια ρωσική επικοινωνιακή συμβολή
στην εκλογή του, να τον εμφανίσουν τρόπον τινά ως χρεώστη, και άρα υπό την επήρεια, του Κρεμλίνου. [v]
Η εξομάλυνση ωστόσο των
ρωσο-αμερικανικών σχέσεων – επί
προεδρίας Ομπάμα είχε αποκληθεί «επανεκκίνηση» - δεν παύει να ανταποκρίνεται, όχι
μόνο στα αμερικανικά γεωπολιτικά συμφέροντα, αλλά και στα ευρύτερα δυτικά. Είναι
δε ευτύχημα ότι ο πρόεδρος Τραμπ, δια της μέχρι τούδε πολιτείας του, δείχνει να αντιλαμβάνεται ότι
στη μετασοβιετική εποχή η Ρωσία δεν συνιστά πλέον μείζονα απειλή για τη Δύση· και
ότι η συνεργασία της για τον έλεγχο των κρίσεων, τόσο στον μεσανατολικό χώρο,
όσο και στην Ανατολική Ασία και στην κορεατική χερσόνησο ειδικότερα, θα
μπορούσε να αποδειχθεί πολύτιμη.[vi]
Προσθετέον δε, ότι, εξ αντικειμένου και παρά τις σινο-ρωσικές λυκοφιλίες, η Ρωσική
Ομοσπονδία αποτελεί από δυτικής σκοπιάς σημαντικό αντίβαρο στην ανερχόμενη Κίνα.
Κάτι που ο Αμερικανός πρόεδρος φαίνεται να λαμβάνει επίσης υπ’ όψιν. [vii]
Στην επιθυμητή, εν τούτοις, αυτή προσέγγιση
των Ηνωμένων Πολιτειών και γενικότερα της Δύσης με τη Μόσχα, η ρωσο-νατοϊκή
αντιπαράθεση στην Ανατολική Ευρώπη με επίκεντρο το Ουκρανικό παρεμβάλλει επί του παρόντος προσκόμματα δυσυπέρβλητα.
Όχι όμως κατ’ ανάγκην και ανυπέρβλητα. Σκόπιμο δε θα ήταν να αναλογισθούν και
οι Δυτικοί τις δικές τους ευθύνες για μια όξυνση που εν πολλοίς πυροδοτήθηκε από
την άκρατη μεταψυχροπολεμική διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς τα ρωσικά σύνορα, παρά τις
αρχικές διαβεβαιώσεις κορυφαίων δυτικών ηγετών περί του αντιθέτου· και από την αδέξια
παρέμβαση της ΕΕ στις ενδο-ουκρανικές υποθέσεις και ειδικότερα από την επιδίωξή
της να μεταβάλει εις βάρος της Μόσχας το διεθνές καθεστώς του Κιέβου.
Βέβαια, είναι πλέον ή πιθανόν ότι
οι Ρώσοι, ιδίως υπό τη σημερινή ηγεσία τους,
θα κατέβαλλαν σύντονες προσπάθειες για να αναστηλώσουν την κλονισμένη
διεθνή τους θέση έστω και εάν είχαν αποφευχθεί οι, από τη σκοπιά τους,
προκλητικές αυτές δυτικές ενέργειες. Και συνακόλουθα ότι θα απαιτούσαν τη μεταχείριση
της Ρωσίας από τις δυτικές πρωτεύουσες ως μεγάλης δύναμης· και θα επεδίωκαν να
ενισχύσουν την επιρροή τους στον ρωσικό γεωπολιτικό περίγυρο και να
υπονομεύσουν στο μέτρο του δυνατού τη διατλαντική και ενδοευρωπαϊκή συνοχή. Η
διαπίστωση όμως αυτή, όχι μόνο δεν αναιρεί, αλλά αντιθέτως καθιστά ακόμη πιο έκδηλο
το συμφέρον της Δύσης να προέλθει σε μια ρεαλιστική συνεννόηση με το Κρεμλίνο
για τη διασφάλιση της ειρήνης και σταθερότητας στον ανατολικοευρωπαϊκό χώρο.
Προϋπόθεση ωστόσο για την
επίτευξη μιας τέτοιας συνεννόησης είναι η καταβολή από τη δυτική πλευρά διττού
τιμήματος: Εν πρώτοις, η Δύση θα κληθεί να συμβιβασθεί - σιωπηρώς, βέβαια, για
λόγους γοήτρου και διαπραγματευτικής σκοπιμότητας – με την ενσωμάτωση της
Κριμαίας στη Ρωσική Ομοσπονδία. Καθώς θα ήταν όντως ουτοπικό να αναμένεται ότι
οποιαδήποτε ρωσική ηγεσία θα δεχόταν ποτέ να ακυρώσει μια προσάρτηση που ικανοποίησε
βαθύτατα τη μεγάλη πλειοψηφία του ρωσικού λαού, αλλά και του τοπικού πληθυσμού –
και η οποία, κατά τα λοιπά, μολονότι καταφανώς τρωτή νομικώς, δεν στερείται
εθνοτικής, γεωστρατηγικής, και ιστορικής λογικής. Και, κατά δεύτερο λόγο, η
οργανική ένταξη του Κιέβου στους Δυτικούς θεσμούς - για την οποία, άλλωστε, είτε
πρόκειται για την ΕΕ, είτε για το ΝΑΤΟ, η Ουκρανία πολύ απέχει του να πληροί
τις στοιχειώδεις προϋποθέσεις - θα πρέπει να αναβληθεί επ’ αόριστον.
Ο Αμερικανός δε πρόεδρος δίνει
την εντύπωση ότι δεν θα απέκλειε έναν τέτοιο περιφερειακό διακανονισμό. [viii]
Την προώθηση, όμως, του οποίου το ακραία φορτισμένο αμερικανικό κομματικό κλίμα
ασφαλώς δεν διευκολύνει – αν δεν την καθιστά επί του παρόντος ανέφικτη.
Ο μεσανατολικός κυκεώνας.
Σε ό,τι εξ άλλου αφορά σε έναν τρίτο
κρίσιμο χώρο, τον μεσανατολικό, ο κ. Τραμπ, άμα τη αναλήψει της εξουσίας, κατέστησε
σαφές ότι άξονας της εκεί πολιτικής του θα είναι η καταπολέμηση της
τρομοκρατίας. Στη λογική δε αυτή έχει αυξήσει ουσιωδώς, σε σύγκριση με τα
ισχύοντα επί προεδρίας Ομπάμα, τη στρατιωτική, οικονομική, και πολιτική βοήθεια
που η Ουάσιγκτον, σε συνεργασία με τους νατοϊκούς συμμάχους της, παρέχει στην
κυβέρνηση του Αφγανιστάν στον αγώνα της κατά των Ταλιμπάν· με σαφώς βελτιωμένες
αυτή τη στιγμή τις πιθανότητες τελεσφόρησης των σχετικών προσπαθειών. [ix]
Ως κορυφαία του όμως μεσανατολική
του προτεραιότητα ο πρόεδρος Τραμπ έχει παρουσιάσει
την εξουδετέρωση του Ισλαμικού Κράτους. Χάρις δε και στην ενεργό συμβολή του
αμερικανικού παράγοντα και, ειδικότερα, στην επιλεκτική αμερικανική στήριξη
προς τους ποικιλώνυμους αντιπάλους του ΙΚ στην περιοχή, αλλά και στην ευθεία χρησιμοποίηση
αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων όπου και όταν αναγκαίο, ο στόχος αυτός έχει
ήδη σε μεγάλο βαθμό επιτευχθεί. [x]
Ωστόσο, οι διαιρέσεις και αντιπαραθέσεις στους κόλπους των ίδιων των
συντελεστών, επιτόπιων και εξωγενών, της στρατηγικής αυτής επιτυχίας θέτουν ήδη
την Ουάσιγκτον προ ακανθωδών διλημμάτων. Καθώς υποχρεούται να εξισορροπήσει,
μεταξύ άλλων:
· τη συμμαχία
της με την αραβοκρατούμενη ιρακινή κυβέρνηση με τη στήριξή της προς τους ιρακινούς
Κούρδους·
· τη
σύμπραξή της με τους εσωτερικούς αντιπάλους του Προέδρου Ασάντ με την εξεύρεση
λύσης του Συριακού αποδεκτή και από το μέχρι πρότινος αποσυνάγωγο και νυν
ενισχυμένο καθεστώς της Δαμασκού·
· την
εξασφάλιση της ρωσικής συνεργασίας για την αντιμετώπιση του ΙΚ και την επίλυση
του Συριακού με τη συνεχιζόμενη γενικότερη ψυχρότητα των ρωσο-αμερικανικών
σχέσεων· [xi]
· τη
συνέχιση του αγώνος κατά του ΙΚ με την ανάσχεση των προσπαθειών του Ιράν να
διευρύνει, εκμεταλλευόμενο τον αγώνα αυτόν, την περιφερειακή του επιρροή·
· και την
κουρδική διάσταση της περιφερειακής της πολιτικής με τη διαφύλαξη των
συμμαχικών δεσμών με την Άγκυρα. [xii]
Η μέχρι στιγμής δε διαχείριση των
ως άνω διλημμάτων από την κυβέρνηση Τραμπ μάλλον διαψεύδει τις
καταστροφολογικές προβλέψεις των ακραίων επικριτών του Αμερικανού προέδρου. Με τον
χειρισμό του Ιρανικού και των σχέσεων με την Τουρκία να χρήζει ιδιαίτερης
έμφασης.
Ήδη συγκρουσιακές
από την επανάσταση του 1979 και μετά, οι ιρανο-αμερικανικές σχέσεις φορτίσθηκαν
επικινδύνως, ιδίως μετά το 2000, συνεπεία του πυρηνικού προγράμματος του
ισλαμικού καθεστώτος. Και μολονότι η Συνθήκη του 2015 [xiii] έθεσε φραγμούς στη δημιουργία ιρανικού
πυρηνικού οπλοστασίου, ο πρόεδρος Τραμπ θεωρεί τις παρεχόμενες εγγυήσεις
ανεπαρκείς. Εις πείσμα ωστόσο ρητής προεκλογικής του δέσμευσης, έχει μέχρι
στιγμής αποφύγει να προβεί σε καταγγελία της Συνθήκης, αρκούμενος σε πιέσεις για
την επαναδιαπραγμάτευση των επίμαχων διατάξεών της επί το αυστηρότερο. Χωρίς όμως,
επί του παρόντος τουλάχιστον, ιδιαίτερα ενθαρρυντικές προοπτικές, δεδομένης της
κατηγορηματικής άρνησης της ιρανικής πλευράς να συμπράξει, αλλά και της, σε
ποικίλλοντα βαθμό, αρνητικής στάσης των λοιπών συμβαλλόμενων μερών. [xiv]
Από την άλλη, ο Αμερικανός πρόεδρος
προσάπτει στο ιρανικό καθεστώς ότι εμφορείται από «περιφερειακές» και ακόμη και
«παγκόσμιες» «ηγεμονικές» φιλοδοξίες, και ότι παραβιάζει το πνεύμα της Συνθήκης
υποθάλποντας την τρομοκρατία και κατασκευάζοντας πυραύλους ικανούς να
μεταφέρουν πυρηνικές κεφάλες. [xv] Ως
αντιστάθμισμα δε στον ιρανικό ηγεμονισμό, ενθαρρύνει την προσέγγιση του Ισραήλ
με τους προσκείμενους στην Ουάσιγκτον σουνίτες Άραβες· και ειδικότερα με την προεξάρχουσα
σουνιτική δύναμη και άσπονδο αντίπαλο του Ιράν Σαουδική Αραβία – τη στρατιωτική
συνεργασία της χώρας του με την οποία και αναβαθμίζει.[xvi]
Μείζονα εμπόδια, ωστόσο, στην
προώθηση της στρατηγικής αυτής επιλογής παρεμβάλλει το Παλαιστινιακό. Ένα ιδιαίτερα ακανθώδες και κατά καιρούς εκρηκτικό
πρόβλημα, η διευθέτηση όμως - εν αδυναμία επίλυσης - του οποίου, πέραν των
λοιπών σημαντικών παραμέτρων της, αποτελεί προϋπόθεση για μια αποτελεσματική
ισραελο-αραβική συμπόρευση. Με ενδεικτικές της σημασίας που ο κ. Τραμπ του αποδίδει
την ανάθεση της σχετικής διαμεσολάβησης στον γαμβρό του και στενό του σύμβουλο.
Αλλά και με την εν εξελίξει αντιπαράθεση περί το στάτους της Ιερουσαλήμ να
περιπλέκει περαιτέρω τους σχετικούς χειρισμούς.
Σημειωτέον πάντως ότι ο Αμερικανός
πρόεδρος, ο οποίος προεκλογικώς είχε δεσμευθεί – κυρίως για εσωτερικούς
πολιτικούς λόγους – να μεταφέρει την αμερικανική πρεσβεία από το Τελ Αβίβ στην
Ιερουσαλήμ, επιλέγει τώρα μια «σολομώντεια» λύση. Αναγνωρίζει δηλαδή την
Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ, αλλά συγχρόνως: παραπέμπει τον καθορισμό
των εδαφικών ορίων της εκεί ισραηλινής κυριαρχίας σε συμφωνία μεταξύ των δύο
πλευρών - αφήνοντας έτσι ανοικτό το ενδεχόμενο εγκατάστασης στην «ιερή πόλη»
της πρωτεύουσας ενός παλαιστινιακού κράτους· υιοθετεί – για πρώτη φορά ο ίδιος
– τη λύση των «δύο κρατών», εβραϊκού και παλαιστινιακού· και αναβάλλει, με
διαφανείς προφάσεις, την μεταφορά της αμερικανικής πρεσβείας. [xvii]
Η προβληματική σύμμαχος Τουρκία
Ιδιάζουσα όμως σπουδαιότητα για
τη Δύση και μείζονα για την Ελλάδα παρουσιάζουν οι τουρκο-αμερικανικές σχέσεις.
Για τις οποίες το Κουρδικό αποτελεί διαχρονικά την πέτρα του σκανδάλου. Με την
Άγκυρα – τόσο πριν όσο και μετά την ανάληψη της αρχής από τον πρόεδρο Ερντογάν
– να θορυβείται από την ενθάρρυνση που έχουν προσφέρει προς το εντός της
τουρκικής επικράτειας αποσχιστικό Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (ΡΚΚ) οι
μεσανατολικές αμερικανικές επιλογές: αρχικά η εισβολή στο Ιράκ, με επακόλουθο
την ανάδυση του ιρακινού Κουρδιστάν· και εν συνεχεία η σύμπραξη των Αμερικανών
με τους Κούρδους της Συρίας κατά του ΙΚ.
Όπως όμως μαρτυρεί και η αποστασιοποίησή
της από την απόπειρα ανεξαρτοποίησης του ιρακινού Κουρδιστάν, αλλά και η απόφασή
της να διακόψει την παροχή οπλισμού στους Κούρδους της Συρίας, η αμερικανική
ηγεσία εξακολουθεί να αποδίδει ιδιαίτερη βαρύτητα στους δεσμούς της με τον
Τούρκο νατοϊκό σύμμαχο. [xviii]
Η αποξένωση του οποίου θα δυσχέραινε τους χειρισμούς της, όχι μόνο στο μεσανατολικό
πεδίο, αλλά και έναντι της Μόσχας. Ενώ, ούτε ο πρόεδρος Ερντογάν, από την
πλευρά του, παρά τις ευκαιριακές λυκοφιλίες του με τους Ρώσους και τους
Ιρανούς, έχει τη γεωπολιτική, στρατηγική, και οικονομική πολυτέλεια να
συγκρουσθεί με την αμερικανική υπερδύναμη.
Και συνεπώς, παρά την πρόσθετη
επιβάρυνση των σχέσεων της Ουάσιγκτον με την Άγκυρα, λόγω, μεταξύ άλλων, της
άρνησης της πρώτης να εκδώσει τον Φετουλάχ Γκουλέν και της αγοράς από την τελευταία
του ρωσικού αντιπυραυλικού και αντιαεροπορικού συστήματος S-400, έκδηλη παραμένει
η εκατέρωθεν απροθυμία για ρήξη. [xix]
Το πιθανότερο δε είναι ότι η παρτίδα ζατρικίου μεταξύ των δύο άσπονδων εταίρων θα
συνεχισθεί χωρίς δραματικές ανατροπές – και πάντως με τους Αμερικανούς να διαθέτουν
εκ των πραγμάτων το πλεονέκτημα.
Απωανατολικές προκλήσεις
Στην Άπω Ανατολή, τέλος, η πολιτική
των ΗΠΑ κυριαρχείται εδώ και μερικές δεκαετίες από την πρόκληση που θέτουν στην
Pax Americana, όπως ενίοτε
χαρακτηρίζεται η εκεί τάξη πραγμάτων, η εντυπωσιακή οικονομική και γεωπολιτική
άνοδος, αλλά και οι διεθνείς φιλοδοξίες της Κίνας - κατακόρυφα αυξημένες, σε διακηρυκτικό τουλάχιστον επίπεδο, μετά
τη θεαματική επικράτηση του προέδρου Σι Τζινπίνγκ και του οράματός του για έναν
πρωταγωνιστικό διεθνή ρόλο της χώρας του κατά το 19ο Συνέδριο του ΚΚΚ. [xx]
Με την Ουάσιγκτον να έχει υιοθετήσει από καιρό, αλλά και με τον νυν πρόεδρο να
προωθεί με αυξημένη ζέση, μια δυσδιάστατη προσέγγιση του Πεκίνου, συνδυάζουσα
την ανάσχεση όπου αναγκαία με τη συνεργασία όπου χρήσιμη και εφικτή.
Στο προηγούμενο φύλλο των «Εθνικών
Επάλξεων» ο συντάκτης του παρόντος κειμένου επιχείρησε να παρουσιάσει σε
γενικές γραμμές μια ολοκληρωμένη εικόνα του απωανατολικού γεωπολιτικού τοπίου. [xxi]
Περιορίζεται συνεπώς εδώ στην επιλεκτική επισήμανση των έκτοτε περιφερειακών
γεωπολιτικών δρωμένων που αφορούν στην πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών:
Κάνοντας πράξη το δόγμα του «ειρήνη
μέσω ισχύος», ο Αμερικανός πρόεδρος, από την έναρξη της θητείας του, καταβάλλει
επίμονες προσπάθειες για την ουσιαστική αναβάθμιση του συνολικού, συμβατικού
και πυρηνικού, αμερικανικού στρατιωτικού δυναμικού.[xxii]
Ενώ, σε ό,τι ειδικότερα αφορά στον απωανατολικό χώρο, αφ’ ενός, ενισχύει
σημαντικά την εκεί αμερικανική αεροναυτική παρουσία,[xxiii]
και, αφ’ ετέρου, συσφίγγει τους δεσμούς των ΗΠΑ με τους ανήσυχους για τις
κινεζικές φιλοδοξίες και ηγεμονικές τάσεις συμμάχους της – και όλως ιδιαιτέρως,
με την Ιαπωνία, την Νότια Κορέα, και την Ινδία.[xxiv]
Αναζητώντας, όμως, συγχρόνως σημεία σύγκλισης των αμερικανικών και κινεζικών οικονομικών
και γεωπολιτικών συμφερόντων· και διερευνώντας, στο πνεύμα αυτό, τις δυνατότητες
συνεργασίας της Ουάσιγκτον με το Πεκίνο.
Η πρόσφατη δε ασιατική περιοδεία
του προσέφερε την ευκαιρία στον κ. Τραμπ να προωθήσει και τα δύο σκέλη της
διττής αυτής στρατηγικής.[xxv]
Καθώς, αφ’ ενός, έδωσε ένα ισχυρό συμμαχικό παρών στο Τόκιο, στη Σεούλ, και στο
Νέο Δελχί, γενόμενος ενθουσιωδώς δεκτός από ηγέτες και κοινή γνώμη· και, αφ’
ετέρου, στο Πεκίνο, όπου του επιδαψιλεύθηκαν τιμές άνευ προηγουμένου για
Αμερικανό αξιωματούχο, διεξήγαγε παραγωγικές, όπως όλα δείχνουν, συνομιλίες με
τον Κινέζο ομόλογό του - εστιασμένες στις σινο-αμερικανικές εμπορικές σχέσεις
και στο Κορεατικό. [xxvi]
Από την άλλη, οξεία κριτική έχει
ασκηθεί στην απόφαση του Αμερικανού προέδρου να αποσύρει τη χώρα του από το
οικονομικής υφής Σύμφωνο Συνεργασίας των Δύο Πλευρών του Ειρηνικού
[Trans-Pacific Partnership, TPP]. Το οποίο, κατά τους επικριτές του κ. Τραμπ, με
αμερικανική συμμετοχή θα λειτουργούσε ως αντίβαρο στην περιφερειακή επιρροή της
μη συμμετέχουσας Κίνας. Πρόκειται ωστόσο για μια συμφωνία ευθύς εξ αρχής ευρέως
αμφισβητηθείσα, μεταξύ άλλων στους κόλπους και των δύο μεγάλων αμερικανικών
κομμάτων. Ο χρόνος δε θα δείξει κατά
πόσον η επιλεχθείσα από τον πρόεδρο Τραμπ εναλλακτική, διμερής προσέγγιση των
εμπορικών σχέσεων των ΗΠΑ με τις χώρες της Ασίας θα επηρεάσει την αμερικανική παρουσία
στην περιοχή και πως.[xxvii]
Η κορεατική κρίση
Στη διεθνή, όμως, επικοινωνιακή
επικαιρότητα κυρίαρχη αυτή τη στιγμή θέση έχει καταλάβει το Κορεατικό, με τους
φόβους πολεμικών συγκρούσεων που εγείρει, αλλά και με τις επιπτώσεις του στις
σχέσεις των ΗΠΑ με τις λοιπές μεγάλες δυνάμεις – και πρωτίστως με την Κίνα και με
τη Ρωσία. Δοθέντος ότι Πεκίνο και Μόσχα, ναι μεν προβληματίζονται για την
άφρονα συμπεριφορά της Πιονγιάνγκ και συμπράττουν στην αμερικανική προσπάθεια
συνετισμού της μέσω διπλωματικών πιέσεων και, κυρίως, δραστικών οικονομικών
κυρώσεων – με την κινεζική σύμπραξη να προσλαμβάνει καθοριστική εν προκειμένω
σημασία –, πλην όμως και τις δύο αυτές πρωτεύουσες ανησυχεί ακόμη ίσως περισσότερο
το ενδεχόμενο τυχόν κατάρρευση του βορειοκορεατικού καθεστώτος να ανοίξει τον
δρόμο για την ανάδυση επί των συνόρων τους μιας ενιαίας και ενδεχομένως
πυρηνικής Κορέας υπό αμερικανική επιτροπεία.
Κατά τα λοιπά όλα δείχνουν ότι η Ουάσιγκτον
απεύχεται μια στρατιωτική σύγκρουση με το βορειοκορεατικό καθεστώς - εκ της
οποίας, ναι μεν οι αμερικανικές απώλειες θα είναι περιορισμένες, εκείνες όμως της Νότιας
Κορέας, και, σε περίπτωση χρησιμοποίησης
πυρηνικών όπλων, ενδεχομένως και της Ιαπωνίας, θα αποδειχθούν κατά πάσαν
βεβαιότητα βαρύτατες, τόσο σε στρατιωτικό προσωπικό, όσο, κυρίως, και σε αμάχους.
Από την άλλη, όμως, δεν χωρεί
αμφιβολία ότι μια βορειοκορεατική επίθεση, ιδιαίτατα μία πυρηνική, κατά αμερικανικών
στόχων ή και κατά συμμάχων των ΗΠΑ θα επισύρει εξοντωτική για το καθεστώς της
Πιονγκγιάνγκ αμερικανική στρατιωτική αντίδραση - «φωτιά και οργή», όπως το
έθεσε ο πρόεδρος Τραμπ. Και συνεπώς, εάν δεν διακατέχονται από αυτοκτονικό
σύνδρομο, ο Βορειοκορεάτης δικτάτωρ και οι περί αυτόν δεν πρόκειται να δοκιμάσουν
την αμερικανική αποφασιστικότητα.
Και για τις δύο, επομένως,
πλευρές, η εκτόνωση της κρίσης διά διαπραγματεύσεων εμφανίζεται τρόπον τινά ως μονόδρομος.
Παρά δε τις δηλώσεις σκοπιμότητας των Αμερικανών αξιωματούχων, το πραγματικό
ζητούμενο από αμερικανικής σκοπιάς δεν είναι η αποδόμηση του, άλλωστε
στοιχειώδους ακόμη, πυρηνικού οπλοστασίου της Πιονγκγιάνγκ - το οποίο
σημειωτέον οι Βορειοκορεάτες ιθύνοντες θεωρούν εγγύηση της καθεστωτικής τους
επιβίωσης - αλλά το πάγωμά του σε ανεκτά για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους της επίπεδα.
Στην επίτευξη δε του στόχου αυτού, η τόσο επικριθείσα σκληρή, αλλά συγχρόνως και
ευέλικτη, στάση του Αμερικανού προέδρου φαίνεται να συμβάλλει καθοριστικά. [xxviii]
Το δόγμα Τραμπ περί πρόταξης του
αμερικανικού εθνικού συμφέροντος – America first – ούτε πρωτότυπο είναι, ούτε
φυσικά καταδικαστέο. Ο κ. Τραμπ διακηρύσσει αυτό που πράττουν διαχρονικά όλα τα
σοβαρά κράτη – συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών και των εκάστοτε
συμμάχων και αντιπάλων τους. Ασχέτως επομένως της αποτελεσματικότητας των
χειρισμών του, απλώς αναγνωρίζει δημοσία μια πραγματικότητα που οι περισσότεροι
προκάτοχοί του προτίμησαν να αντιπαρέλθουν σιωπηρώς ή να συσκοτίσουν με
ηθικοπλαστικά λογύδρια.
Κατά τα λοιπά, στον Αμερικανό
πρόεδρο προσάπτεται ότι απορρίπτει την
λεγόμενη καθεστωτική αλλαγή, ήτοι τον καταναγκαστικό εκδημοκρατισμό τρίτων
χωρών· και ότι δεν διστάζει να συμπράξει με δικτάτορες.
Και ως προς μεν το πρώτο, η
εμπειρία των τελευταίων ετών – ειδικότερα οι αμερικανικές επιλογές σε σχέση με
το Αφγανικό, το Ιρακινό, την Αραβική Άνοιξη, αλλά ακόμη και το Γιουγκοσλαβικό
και το Ουκρανικό - τον δικαιώνει. Με τις σχετικές επεμβάσεις των προκατόχων του
και των δύο κομμάτων να έχουν κατά κανόνα αποδειχθεί αντιπαραγωγικές.
Όσο για τη συνεργασία με αυταρχικά
καθεστώτα, υπ’ όψιν ότι πρόκειται για μακρά παράδοση της Ουάσιγκτον. Και είναι
άκρως υποκριτικό να κατηγορείται ο σημερινός πρόεδρος για μια καθιερωμένη και αναπόφευκτη
υπό το πρίσμα των συμφερόντων της χώρας του πρακτική. (Οι επικρίνοντες, επί
παραδείγματι, τις στενές σχέσεις της κυβέρνησης Τραμπ με την Σαουδική Αραβία προτιμούν
να λησμονήσουν την τόσο συζητηθείσα υπόκλιση του προέδρου Ομπάμα ενώπιον του
Σαουδάραβα βασιλιά.) [xxix]
Άλλωστε, καθεστώτα ανά τον πλανήτη πληρούντα τα δυτικά δημοκρατικά κριτήρια ως
γνωστόν σπανίζουν.
Τούτων λεχθέντων, ανθρωπιστικές
παρεμβάσεις, ακόμη και όταν οι αποδέκτες είναι φίλοι, εξακολουθούν να
διεξάγονται , εφ’ όσον οι συνθήκες το επιτρέπουν χωρίς σημαντική ζημία για τα
αμερικανικά συμφέροντα, ή ενδεχομένως το επιβάλλουν προκειμένου να πληγούν
γεωπολιτικοί ή οικονομικοί αντίπαλοι. Με πρόσφατο παράδειγμα τις ασκούμενες από
την αμερικανική κυβέρνηση πιέσεις επί της, φιλικής της εν τούτοις, ηγεσίας της Μυανμάρ
υπέρ των διωκόμενων Ροχίνγκια. [xxx]
Εν πάση όμως περιπτώσει, οι ιερεμιάδες περί
κατάρρευσης του αμερικανικού γοήτρου διεθνώς ήκιστα πείθουν. Η «ήπια ισχύς» των
ΗΠΑ παραμένει ανέπαφη. Μπορεί προσωπικώς ο Πρόεδρος Τραμπ να αποτελεί συχνά
αντικείμενο αυστηρής και ενίοτε απαξιωτικής κριτικής - ιδίως στη δυτική πλευρά
της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διότι στην ανατολική η εικόνα του είναι μάλλον θετική,
και οι μετοχές του στον μεσανατολικό και απωανατολικό χώρο ανεβασμένες. Η
ακτινοβολία όμως του οικονομικού, στρατιωτικού, πολιτικού, και πολιτιστικού
γίγαντα που είναι η Αμερικανική Συμπολιτεία υπερβαίνει κατά πολύ τις διαστάσεις
ενός ατόμου, οσονδήποτε υψηλόβαθμου – και δεν προβλέπεται να επισκιαστεί οποθενδήποτε
στο ορατό μέλλον.
[i] Επί παραδείγματι, οι πρώην Ρεπουμπλικανοί
πρόεδροι Μπους, ο πρεσβύτερος και ο νεότερος, του έχουν προσάψει βαρείς
χαρακτηρισμούς. Βλ. George H.W.
Bush calls Trump a 'blowhard' while his son says he lacks the 'humility' to be
president in new father-son biography, Mail Online, 4-11-2017. Ωστόσο η εικόνα του Αμερικανού προέδρου
διαφοροποιείται μεγάλως ανάλογα με τους προσλαμβάνοντες χώρους, τόσο εντός των
ΗΠΑ, όσο και στο εξωτερικό. Trump triumphs in Asia, Washington Times, 15-11-2017.
[ii] Βλ. Γεώργιος Ε. Σέκερης, Η Ευρωπαϊκή Ένωση σε αναζήτηση μέλλοντος,
Εθνικές Επάλξεις, τεύχος 120, Απριλίου-Ιουνίου 2017.
[iii] Βλ. επί παραδείγματι, NATO allies boost defense spending in the
wake of Trump criticism, Washington Post, 28-6-2017.
[iv] Η Διατλαντική Εταιρική Σχέση
Εμπορίου και Επενδύσεων (Transatlantic Trade and Investment Partnership - TTIP)
αποτελεί αντικείμενο δύσκολων διαπραγματεύσεων ήδη από το 2013, προσκρούουσα σε
σοβαρή κριτική και αντιδράσεις και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Η αρχική
θέση του προέδρου Τραμπ ήταν απορριπτική, εν συνεχεία όμως συνήνεσε στη
συνέχιση των διαπραγματεύσεων - οι οποίες ωστόσο περιπλέκονται περαιτέρω από
τις επιπτώσεις του Μπρέξιτ. Για μια νηφάλια παρουσίαση του θέματος, βλ. Kimberly Amadeo, Transatlantic Trade and Investment
Partnership (TTIP) Advantages, Disadvantages, Opportunities, Obstacles and Next
Steps, the balance, 18-7-2017.
[v]
Βλ. μεταξύ πολλών άλλων, Democrats
cling to dubious Russia dossier in scheme to bring Trump’s downfall, The
Washington Times, 19-11-2017. Ιδιαίτερο
ενδιαφέρον παρουσιάζει η αποδοκιμασία της αμερικανικής αντιρωσικής «παράνοιας»
από τον διακεκριμένο Βρετανό δημοσιογράφο και αναλυτή - και δριμύ κατά τα άλλα
επικριτή του κ. Τραμπ. - Edward Luce. Βλ. Liberal America’s unhealthy fixation on Russia. Putin gets a boost from
US paranoia that its Cold War enemy fixed the election, Financial Times,
6-12-2017.
[vi] Για μια σοβαρή παρουσίαση των ρωσο-αμερικανικών
σχέσεων κατά πρώτο εξάμηνο του 2017 βλ. U.S.-Russia relations six months into the Trump administration, Brookings,
26-7-2017. Βλ. επίσης, Trump says he trusts Putin's denials of election meddling, Reuters, 11-11-2017· και Trump lights up Twitter with thoughts about Vladimir Putin,
Kim Jong Un, CBS NEWS, 12-11-2017, όπου καταγράφεται και το ακόλουθο διαδικτυακό
σχόλιο του Αμερικανού προέδρου, ενδεικτικό των διαθέσεών του έναντι της Ρωσίας:
«Πότε όλοι αυτοί οι εμπαθείς (haters) και ηλίθιοι θα αντιληφθούν
ότι καλές σχέσεις με τη Ρωσία είναι καλό πράγμα, όχι κακό πράγμα….Θέλω να
επιλύσω τα προβλήματα της Βόρειας Κορέας, της Συρίας, της Ουκρανίας, της
τρομοκρατίας, και η Ρωσία μπορεί να βοηθήσει πολύ.» Και North Korea,
Syria and Ukraine: Trump and Putin plan for a new world order, Reuters, 5-11-2017, όπου αναφέρεται η ακόλουθη δήλωση του
κ. Τραμπ: «Και πάλι - ο Πούτιν είναι πολύ
σημαντικός διότι μπορούν [οι Ρώσοι] να
μας βοηθήσουν με τη Βόρεια Κορέα. Μπορούν να μας βοηθήσουν με τη Συρία. Πρέπει
να μιλήσουμε για την Ουκρανία.»
[vii] Κατά τον Γερμανό διεθνολόγο και καλό
γνώστη της αμερικανικής πολιτικής Josef Braml, «ήδη προ της εκλογής [του κ. Τραμπ] ήταν
εμφανές ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα
προσέγγιζαν τη Ρωσία για να αναχαιτίσουν την Κίνα», και ότι, παρά την προς
τούτο δυσμενή επί του παρόντος εσωτερική πολιτική συγκυρία, «μακροπρόθεσμα ο Τραμπ θα μπορέσει να πείσει
το Κογκρέσο ότι η Ρωσία είναι αναγκαία προκειμένου να καταστεί δυνατή η
αναχαίτιση του μεγαλύτερου κινδύνου που είναι η Κίνα». Βλ. συνέντευξή του στην
έγκυρη Frankfurter Allgemeine της 7ης Νοεμβρίου 2017 υπό τον τίτλο
„Eine Handgranate im politischen System“.
[viii] Χαρακτηριστικά, κατά τη διάρκεια της
προεκλογικής εκστρατείας, σε τηλεοπτική συνέντευξη με τον George
Stephanopoulos, ο κ. Τραμπ είχε δηλώσει ότι «ο λαός της Κριμαίας, από όσα έχω ακούσει, προτιμά να είναι στη Ρωσία
παρά εκεί όπου ήταν.» Βλ. Eric
Bradner Trump says Putin is 'not going to go into Ukraine,' despite Crimea
CNN 1-8-2016
[ix]
Βλ. Remarks by President Trump on the Strategy in Afghanistan and South
Asia, The White House, Office of the Press Secretary, 21-8-2017. Επίσης, Paul Miller, Trump’s Presidential Afghanistan Speech,
Foreign Policy, 22-8-2017
[x]
Βλ. επί παραδείγματι. Iraqi forces retake last town under Islamic State control, Washington
Post, 17-11-2017 και Patrick
Cockburn, Isis is facing near total
defeat in Iraq and Syria – but it has been beaten and come back before, Independent,
11-10-2017
[xi] Σύμφωνα με τον γνωστό και, σημειωτέον,
λίαν επικριτικό του κ.Τραμπ Αμερικανό αρθρογράφο David Ignatius, ο Αμερικανός πρόεδρος και ο επί των εξωτερικών υπουργός του «συμμερίζονται την μη δημοφιλή αλλά πιθανώς
αναπόδραστη άποψη ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να συνεργασθούν με τη Ρωσία
για να σταθεροποιήσουν τη Συρία». Βλ. Rex Tillerson’s secret survival weapon, Washington Post, 21-11-2017.
Βλ. επίσης: U.S.,
Russia nearing agreement on resolving Syrian civil war, WP, 10-11-2017 και Trump, Putin issue joint statement on fighting
ISIS in Syria, CNN Politics, 11-11-2017
[xii] Για μια αναλυτική παρουσίαση του
σχετικού αμερικανικού διλήμματος, βλ. U.S. is trapped between its allies’ ambitions in Syria, Washington
Post, 1-9-2017.
[xiii] Τη Συνθήκη συνυπέγραψαν, πέραν του Ιράν,
τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και η Γερμανία.
[xiv]
Βλ. Rick Gladstone, What Is the Iran Nuclear Deal? And Why Does
Trump Hate It? New York Times, 5-10-2017. Επίσης, Peter Baker και Rick Gladstone, Trump
Pushes to Revisit Iran Nuclear Deal, and Asks Allies to Help, New York
Times, 20-9-2017.
[xv] Σημειωτέον ότι και ο Γάλλος
πρόεδρος Μακρόν έχει χαρακτηρίσει το
ιρανικό πυραυλικό πρόγραμμα «πολύ
ανησυχητικό» και τονίσει την ανάγκη να ελεγχθεί μέσω διαπραγματεύσεων με
την Τεχεράνη, και εν ανάγκη με την επιβολή επ’ αυτής οικονομικών κυρώσεων. Βλ.
Iran rejects Macron call for talks on
Iranian missiles, Reuters, 12-11-2017.
[xvi]
Βλ. Dion Nissenbaum και Felicia Schwartz, U.S. Seeks to Bolster Saudi Arabia in Face
of Expanding Iranian Threat, Wall Street Journal, 17-11-2017, και Dion Nissenbaum, U.S. Quandary: How Closely to Align With
Saudis, Wall Street Journal, 10-11-2017. Για μια αναλυτική παρουσίαση των σχέσεων των ΗΠΑ με τη Σαουδική Αραβία, με
ιδιαίτερη αναφορά στη στρατιωτική συνεργασία βλ. Christopher M.
Blanchard, Saudi Arabia: Background and
U.S. Relations, Congressional Research Service, 14-11-2017.
[xvii]
Βλ. President Donald J. Trump's Proclamation on Jerusalem as the Capital of
the State of Israelκαι Statement by President
Trump on Jerusalem, White House, Office of the Press Secretary, 6-12-2017, Whitehouse.gov
[xviii]
Βλ. Trump tells Turkish president U.S. will stop arming Kurds in Syria,
Washington Post, 24-11-2017, και Turkey ‘very happy’ as
U.S. stops arming Kurds in Syria, NBC NEWS, AP, 25-22-2017.
[xix] Επ’ ευκαιρία τηλεφωνικής τους
επικοινωνίας για το Συριακό, οι δύο
πρόεδροι «επιβεβαίωσαν τη στρατηγική εταιρική
σχέση (strategic partnership)” των χωρών τους. Βλ. Trump speaks with
Erdogan about crisis in Syria, Politico, 24-11-2017.
[xx] Για μια διεισδυτική εκτίμηση των
αναβαθμισμένων κινεζικών στοχεύσεων μετά το Συνέδριο, βλ. άρθρο του πρώην
πρωθυπουργού της Αυστραλίας Kevin Rudd: When China Leads, Project Syndicate, 27-10-2017.
Βλ. επίσης, Michael
Kovrik, The Future is Now for China’s
Challenges and Xi Jinping’s Ambitions, Crisis Group, 26-22-2917.
[xxi] Γεώργιος Ε. Σέκερης, Τεκτονικές Γεωπολιτικές Μετατοπίσεις, προς Ανατολική Ασία/Ειρηνικό,
Εθνικές Επάλξεις, τεύχος 121, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2017,
[xxii]
Βλ. μεταξύ άλλων, Senate passes $700 billion defense policy
bill, backing Trump call for steep increase in military spending, CNBC,
18-11-2017. Επίσης, Michael Kovrik, The
Future is Now for China’s Challenges and Xi Jinping’s Ambitions _ Crisis
Group, 26-22-2917.
[xxiii] Για μια εμπεριστατωμένη παρουσίαση της
αεροναυτικής αμερικανικής παρουσίας στην Άπω Ανατολή, βλ. Patrick
M. Cronin, The U.S. Naval Buildup and
Asia under the Trump Administration, Μaritime Ιssues, Ιούλιος 2017.
[xxiv] Η κυβέρνηση Τραμπ έχει δώσει
ιδιαίτερη έμφαση στις κάποτε προβληματικές και πιο πρόσφατα σχετικά
υποβαθμισμένες ινδο-αμερικανικές σχέσεις. Βλ. δηλώσεις Αμερικανού υπουργού εξωτερικών
περί «αναδυόμενης στρατηγικής εταιρικής
σχέσης Δελχί-Ουάσιγκτον» έναντι Κίνας: Sec. Tillerson, Remarks on "Defining Our Relationship with India for the Next
Century”, State Dep’t., 18-10-17. Είναι χαρακτηριστικό εν προκειμένω ότι, τόσο ο κ. Τραμπ, όσο και ο επί των
εξωτερικών υπουργός του, χρησιμοποιούν κατά περίπτωση τον ινδικής επινόησης
όρο Indo-Pacific αντί του καθιερωμένου Asia
-Pacific. Βλ. In Asia, Trump keeps
talking about Indo-Pacific, Politico, 7-11-2017.
[xxv]
Βλ..Joseph Curl, Trump triumphs in Asia, Washington
Times, 14-11-2017. Για μια πιο
εμπεριστατωμένη, ισόρροπη παρουσίαση της προεδρικής περιοδείας, βλ. Roncevert
Ganan Almond, The Policy Significance of
Trump’s Asia Tour, The Diplomat, 18-11-2017.
[xxvii]
Για μια παρουσίαση σε αδρές γραμμές της εμπορικής φιλοσοφίας και πολιτικής του κ. Τραμπ, βλ. ομιλία του κατά τη Σύνοδο Κορυφής της Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας-Ειρηνικού (APEC): Remarks by President Trump at APEC CEO Summit | Da Nang, Vietnam, White
House, Office of the Press Secretary 10-011-2017
[xxviii]
Βλ. Donald Trump urges North Korea to 'come to the table' and 'make a deal’,
ABC News (Australian Broadcasting Corporation), 7-11-2017, και U.S. Prepares Show of Strength as Trump
Urges North Korea to ‘Come to the Table’ In carrot-and-stick approach, World
Street Journal, 7-11-2017. Για τις βορειοκορεατικές προθέσεις, βλ.
The Case for Talks With North
Korea. After its latest missile test. Pyongyang seems ready to negotiate, Bloomberg,
30-11-2017.
[xxix]
Βλ. Barack Obama criticised for 'bowing' to King Abdullah of Saudi Arabia,
The Telegraph, 8-4-2009.
[xxx]
Βλ. Mark Landler, Myanmar’s Crackdown on Rohingya Is Ethnic
Cleansing, Tillerson Says, New York Times, 22-11-2017, και Hannah Beech, Rex Tillerson Tells Myanmar Leaders to Investigate Attacks on Rohingya,
15-11-2017.
No comments:
Post a Comment