Προδημοσίευση άρθρου από το τεύχος 148 των Εθνικών Επάλξεων, περιοδικής έκδοσης του Συνδέσμου Επιτελών Εθνικής Αμύνης (ΣΕΕΘΑ).
Εισαγωγή
Παρά τα σημαντικά επιτεύγματα του ευρωενωσιακού
εγχειρήματος, το όραμα της «Ηνωμένης Ευρώπης» – της «Πανευρώπης» του Αυστριακού
ευγενούς, με κρητικές και βυζαντινές ρίζες, Κουντεχόβε-Καλέργκι – παραμένει, και όλα δείχνουν ότι θα παραμείνει
επί πολύ, ένας ανεκπλήρωτος πόθος. Ενώ όμως καταφανώς απορρίπτουν την
ομοσπονδιακή ομογενοποίηση, τα ιστορικά έθνη-κράτη της ηπείρου μας αναζητούν μορφές
σύμπραξης επιτρέπουσες, πέραν της προαγωγής των εσωτερικών βιοτικών τους
συνθηκών, την από κοινού αντιμετώπιση κοινού ενδιαφέροντος διεθνών κρίσεων και
προκλήσεων, όπως κατ’ εξοχήν: οι πόλεμοι στην Ουκρανία και στη Γάζα· η εκθετική
άνοδος της κινεζικής ισχύος· και η πολλαπλώς προβληματίζουσα
μεταναστευτική εισροή. [1]
Κοινοτικοί θεσμοί και εθνικές
πολιτικές
Για τη διαμόρφωση κοινής στρατηγικής στον διεθνή χώρο
οι είκοσι επτά ευρωενωσιακές κυβερνήσεις διαθέτουν μια όχι ευκαταφρόνητη
θεσμική εργαλειοθήκη.[2]
Εν απουσία όμως συναντίληψης ως προς το πρακτέον και της συνακόλουθης πολιτικής
βούλησης, οι Βρυξέλλες αρκούνται πολύ συχνά στη διακήρυξη αρχών και προθέσεων
χωρίς πρακτικά επακόλουθα. Χαρακτηριστικές οι υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις για τις συναφείς κοινοτικές
επιδόσεις, τόσο του Υπάτου Εκπροσώπου της ΕΕ για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής
και Ασφάλειας Ζοζέπ Μπορέλ, όσο και της
προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κυρίας φον ντερ Λάιεν· με την
τελευταία μάλιστα να χαιρετίζει την επ΄ευκαιρία του Ουκρανικού «γέννηση μιας γεωπολιτικής Ένωσης».[3]
Μέχρι πρότινος, καθοδηγητικό, τρόπον τινά, ρόλο στα
ευρωπαϊκά πράγματα, και ειδικότερα στα σχετικά με την εξωτερική και αμυντική
πολιτική, διαδραμάτιζε ο με αρκετή υπερβολή αποκληθείς «γαλλο-γερμανικός
άξονας»΄ ήτοι η δρομολογηθείσα από τους ντε Γκωλ και Αντενάουερ και
συνεχισθείσα έως και επί καγκελαρίας Μέρκελ εναρμόνιση των θέσεων των δύο
ιθυνουσών κοινοτικών δυνάμεων κατά τρόπο συμβάλλοντα και στην επίτευξη
ευρύτερων κοινοτικών συσπειρώσεων. Όλα ωστόσο δείχνουν ότι οι εντεινόμενες
διαφωνίες μεταξύ Παρισιού και Βερολίνου ως προς τον χειρισμό των πυκνούμενων
διεθνών κρίσεων και προκλήσεων τείνουν ενίοτε να μετατρέψουν το γαλλογερμανικό
αυτό δίπολο από δύναμη ενοποιητική σε παράγοντα διχασμού. [4]
Και η μεν Γερμανία, κυβερνώμενη από έναν προβληματικό
συνασπισμό ετερογενών πολιτικών κομμάτων, εστιασμένο στη στήριξη μιας
δοκιμαζόμενης και από τη διεθνή συγκυρία οικονομίας, αλλά και ανήσυχο για την
εκλογική άνοδο αντισυστημικών πολιτικών δυνάμεων, αποφεύγει γεωπολιτικές
περιπέτειες και κστ’ ουσίαν επαναπαύεται στη νατοϊκή – ήτοι αμερικανική –
προστασία.
Ενώ ο Γάλλος
πρόεδρος, αντιμέτωπος και αυτός με αύξουσα εσωτερική αμφισβήτηση, επενδύει
αντιθέτως σε μια ρηξικέλευθη εξωτερική πολιτική. Και, προτάσσοντας την προσφιλή
του «ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία», επιχειρεί να αξιοποιήσει τη σημαντική
γαλλική στρατιωτική ισχύ, συμβατική και πυρηνική, καθώς και την ιδιότητα της
Γαλλίας ως μονίμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, για να εδραιώσει
τον ηγετικό ρόλο της χώρας του.[5]
Γενικότερα δε,
υπό την πίεση και του διεθνούς περιβάλλοντος οι συμφυείς με το κοινοτικό
γίγνεσθαι εθνικές διαφοροποιήσεις συνεχίζονται, όταν δεν οξύνονται. Σχετικά
ενθαρρυντικό, ωστόσο, για τις τύχες του ευρωενωσιακού εγχειρήματος είναι το ότι
και οι ευρωσκεπτικές πολιτικές δυνάμεις, όχι μόνο αποφεύγουν να ταχθούν υπέρ
της εξόδου της χώρας τους από την ΕΕ, αλλά και επαγγέλλονται την υπέρ των
εθνικών τους συμφερόντων πλήρη αξιοποίηση των κοινοτικών θεσμών.[6]
Υπο το πρίσμα δε αυτό, δεν στερείται ίσως σημασίας και η διαπιστούμενη μεταμέλεια
της πλειοψηφίας των Βρετανών ψηφοφόρων για το Μπρέξιτ.[7]
Το Ουκρανικό
Σε μία από τις σοβαρότερες, μέχρι στιγμής, δοκιμασίες της κοινοτικής
συνοχής έχει δώσει λαβή ο χειρισμός του Ουκρανικού. Καθώς ο Γάλλος πρόεδρος, χωρίς προηγούμενη διαβούλευση
στα αρμόδια ευρωενωσιακά όργανα
ή καν, όπως φαίνεται, ενημέρωση άλλων κοινοτικών ηγετών, αρχικά μεν επιχείρησε να αποτρέψει τη ρωσική εισβολή απευθυνόμενος προσωπικά στον πρόεδρο
Πούτιν, και αμέσως μετά, παρά την απαξιωτική αντιμετώπισή του από τον Ρώσο ομόλογό
του αλλά προσβλέποντας στην αποτροπή της κλιμάκωσης του πολέμου και στην
εξομάλυνση των σχέσεων της Δύσης με τη Μόσχα, ετάχθη κατά της «ταπείνωσης» της
Ρωσίας. Ενώ, μεταμορφωθείς έκτοτε, σύμφωνα με μία δημοσιογραφική παρομοίωση, από περιστέρα εις ιέρακα, και
στο πλαίσιο, όπως δηλώνει, μιας «στρατηγικής
ασάφειας» αποσκοπούσης στην αποτροπή μιας μοιραίας για την ευρωπαϊκή αξιοπιστία και ασφάλεια
ρωσικής νίκης,
δεν αποκλείει ακόμη και την ανάπτυξη χερσαίων δυτικών στρατιωτικών δυνάμεων
σε ουκρανικό έδαφος. Με τις γαλλικές αυτές
μεταλλάξεις να έχουν επενεργήσει διχαστικά στους κοινοτικούς κόλπους, όπου οι
εκάστοτε τοποθετήσεις του προέδρου Μακρόν συνάντησαν ευρύτατη αντίθεση – παρά
την ενθουσιώδη υποστήριξη που παρέχουν προς τις πιο πρόσφατες εξ αυτών ορισμένοι,
όμοροι κυρίως με τη ρωσική επικράτεια, εταίροι. [8]
Προσθετέον ότι η ενδοκοινοτική αυτή διένεξη έχει
και μία νατοϊκή και σε τελευταία ανάλυση αμερικανική διάσταση, στον βαθμό που
οι γαλλικές πρωτοβουλίες και προτάσεις, τόσο οι αρχικές, όσο και οι νεότερες, χωρίς
να θέτουν υπό αμφισβήτηση την αξία του ΝΑΤΟ τείνουν να το παρακάμψουν – και
κατά μία ερμηνεία υποδηλώνουν και αμφιβολίες για την ισχύ της εγγύησης της
ευρωπαϊκής ασφάλειας από την Ουάσιγκτον, ιδίως σε περίπτωση αλλαγής
αμερικανικής ηγεσίας. [9]
Το
Παλαιστινιακό
Εξ ίσου εμφανής, όμως, είναι η αδυναμία της Ευρωπαϊκής
Ένωσης να χαράξει ενιαία στρατηγική στον ταρασσόμενο μεσανατολικό χώρο. Με τα
κοινοτικά όργανα να περιορίζονται ως επί το πολύ σε επιμελώς εξισορροπημένες
διακηρύξεις αρχής, στερούμενες ουσιαστικού «διά ταύτα.[10] Συνεπεία
δε του στρατηγικού αυτού κενού, η ΕΕ αδυνατεί να ασκήσει επιρροή ανάλογη προς
την εν δυνάμει ισχύ της επί εξελίξεων στενά ωστόσο συνυφασμένων, τόσο με το
διεθνές της κύρος, όσο και με σημαντικά εθνικά συμφέροντα κρατών-μελών της.
Ως προς το Παλαιστινιακό ειδικότερα, η Κοινοτική Ευρώπη έχει από μακρού υιοθετήσει σε
διακηρυκτικό επίπεδο τη λύση «των δύο κρατών». Κατά την παρούσα δε αιματηρή φάση της ισραελο-παλαιστινιακής
διαμάχης, η ΕΕ, στο ίδιο εξισορροπητικό πνεύμα, από τη μια στηλίτευσε τη
αποτρόπαια επίθεση της Χαμάς της 7ης Οκτωβρίου 2023 κατά Ισραηλινών
αμάχων, και από την άλλη, με έμμεση αλλά
σαφή αναφορά στην ισραηλινή αντίδραση, «επανέλαβε
τη σημασία της αείποτε διασφάλισης της προστασίας όλων των αμάχων σύμφωνα με το
Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο». Κατά τα λοιπά, όμως, αδυνατεί μέχρι στιγμής
να διαμορφώσει ενιαία στάση και
συνακόλουθα να ασκήσει αποτελεσματική πίεση σε σχέση με το πρακτικώς προέχον:
την κατάπαυση του πυρός στη Γάζα προκειμένου, αφ’ ενός, να παρασχεθεί βοήθεια
στους κατοίκους της και, αφ’ ετέρου, να δρομολογηθεί η οριστική ειρήνευση. Και
– ενδεικτικό της κοινοτικής πολυφωνίας – ενώ ορισμένοι εταίροι, μεταξύ των
οποίων η Γαλλία και η Γερμανία, εξαρτούν την αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους
από μια συνολική συμφωνία με το εβραïκό, η Ισπανία, η Ιρλανδία, και η Νορβηγία
το έχουν ήδη αναγνωρίσει.[11]
Το Μεταναστευτικό
Το πρωταρχικό, ωστόσο, κοινοτικό μέλημα σε σχέση με
την ευρύτερη Μέση Ανατολή είναι πιθανότατα το μεταναστευτικό. Πρόκειται για μια οξεία και
μακροπρόθεσμη πρόκληση, καθώς όσο υφίστανται – και όλα δείχνουν ότι θα
υφίστανται επί πολύ ακόμη – τεράστιες διαφορές βιοτικού επιπέδου μεταξύ των
χωρών προέλευσης των μεταναστών και των ευρωπαϊκών, οι τελευταίες θα συνεχίσουν
να λειτουργούν ως μαγνήτης. Και μολονότι μέχρι πρότινος αρκετές κοινοτικές
κυβερνήσεις, με προεξάρχον το Βερολίνο, προσέβλεπαν στους μετανάστες για την
κάλυψη οικονομικών τους αναγκών ή ακόμη
και του δημογραφικού τους ελλείμματος, τώρα
πλέον οι κοινοτικοί Ευρωπαίοι στη μεγάλη τους πλειοψηφία τους
αντιμετωπίζουν ως πρόβλημα εθνικής δημόσιας τάξης και κοινωνικής συνοχής μάλλον
παρά ως οικονομική ή δημογραφική ευκαιρία. Ως εκ τούτου δε ο χειρισμός του
μεταναστευτικού έχει αποβεί πηγή ζωηρών διαβουλεύσεων και αμφισβητήσεων στους
κοινοτικούς κόλπους, μεταξύ άλλων ως προς:
● την προώθηση μεταναστών από τις χώρες πρώτης
υποδοχής προς τον λοιπό κοινοτικό χώρο επί τη βάσει μιας δίκαιας κατανομής
βαρών μεταξύ εταίρων·
● την από κοινού κατοχύρωση της ασφάλειας των
εξωτερικών συνόρων της ΕΕ· με τους γεωγραφικά πιο απομακρυσμένους εταίρους να
εμφανίζονται πολύ πιο χαλαροί σε σύγκριση με τους αμέσως πληττομένους· και
● τη σύμπραξη (outsourcing) με τρίτες χώρες
– κυρίως κείμενες σε χώρους διέλευσης των μεταναστών – προκειμένου να ελεγχθούν
οι κατευθυνόμενες προς Ευρώπη μεταναστευτικές ροές. [12]
Υπό την πίεση δε αυτών και άλλων συναφών
προβληματισμών και διαφωνιών, η ΕΕ καταβάλλει από καιρό προσπάθειες για να
χαράξει κοινή μεταναστευτική πολιτική – με κύριο μέχρι στιγμής επίτευγμα την
υιοθέτηση στις 14 Μαίου ε.έ. από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του
Συμφώνου Μετανάστευσης και Ασύλου. Μένει ωστόσο να φανεί στην πράξη κατά πόσον
η εν λόγω συμφωνία, η οποία σημειωτέον αφήνει στους κοινοτικούς εταίρους ευρέα
περιθώρια εθνικών αποφάσεων και επιλογών, θα αποτελέσει πράγματι «μεταρρύθμιση ορόσημο», όπως
χαρακτηρίζεται από τη σχετική κοινοτική ανακοίνωση, ή ενδεχομένως θα αποδειχθεί
ένα επί πλέον επεισόδιο στην περιπετειώδη διαδρομή του μεταναστευτικού.
Σινο-ευρωπαϊκά.
Ιδιαίτερα δυσχερής, τέλος, αποδεικνύεται ο συντονισμός
της στάσης των κοινοτικών Ευρωπαίων έναντι της δυναμικά ανερχόμενης στο διεθνές
στερέωμα Κίνας. Χαρακτηριστικά, τον Ιούνιο του 2023 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο
αποκάλεσε τη ΛΔΚ «εταίρο, ανταγωνιστή,
και συστημικό αντίπαλο».[13]
Καταλήγοντας δε στη μάλλον αντιφατική αυτή θέση – ο κινέζος υπουργός εξωτερικών
την παρομοίασε με «οδικό σηματοδότη
επιδεικνύοντα συγχρόνως κόκκινο, κίτρινο, και πράσινο φως» – [14]
το ανώτατο κοινοτικό όργανο επιχείρησε να συγκαλύψει και στο μέτρο του δυνατού
να γεφυρώσει τις αποκλίνουσες τοποθετήσεις των μελών του έναντι των οικονομικών
και γεωπολιτικών επιδιώξεων του Πεκίνου. Το οποίο από την πλευρά του, στη λογική της κεκηρυγμένης επιδίωξής του να
καταλυθεί η παγκόσμια αμερικανοκεντρική τάξη πραγμάτων και ειδικότερα να διαλυθεί
η ευρωατλαντική συνιστώσα της, αποσκοπεί στην περαιτέρω σύσφιγξη των ήδη στενών οικονομικών του δεσμών με τις
ευρωπαϊκές χώρες – η Κίνα είναι ήδη ο
κύριος εμπορικός εταίρος των τελευταίων αυτών και αντιστρόφως – και καταβάλλει προσπάθειες επέκτασης των
σινο-ευρωπαϊκών σχέσεων και στον γεωπολιτικό και στρατιωτικό τομέα.[15]
Αποσκοπώντας όμως συγχρόνως και στην υπονόμευση της συνοχής της ίδιας της
Ευρωπαϊκής Ένωσης – και συνακόλουθα και του ρόλου της ως μείζονος παίκτη στο
παγκόσμιο γίγνεσθαι.
Αποκαλυπτική των κινεζικών αυτών στοχεύσεων είναι και
η επιλογή από τον πρόεδρο Σι των συνομιλητών του κατά την πρόσφατη ευρωπαϊκή
περιοδεία του.[16]
Στον πρώτο σταθμό της οποίας, συναντήθηκε με έναν Γάλλο πρόεδρο, όχι μόνο
συνήγορο της ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας – την οποία η κινεζική ηγεσία,
σύμφωνα με έγκυρες δημοσιογραφικές μαρτυρίες, «υιοθετεί ενθουσιωδώς» – αλλά και έχοντα απερίφραστα επισημάνει τον κίνδυνο η Ευρώπη «να εμπλακεί σε κρίσεις που δεν είναι δικές μας» και «να συρθεί σε μια αντιπαράθεση» μεταξύ
ΗΠΑ και Κίνας λόγω Ταϊβάν. Επισκεπτόμενος δε το Παρίσι, ο Κινέζος ηγέτης
διεμήνυσε ότι αποδίδει μεγαλύτερη βαρύτητα στις γεωπολιτικές και στρατηγικές αυτές
τοποθετήσεις του προέδρου Μακρόν απ’ ό,τι στις, σημαντικές κατά τα άλλα,
σινο-γαλλικές εμπορικές διαφορές, ή και στις αρκετά διαφορετικές προσεγγίσεις
από τις δύο κυβερνήσεις του πολέμου στην Ουκρανία. [17]
Ενώ, υπό το πρίσμα πάντοτε της κοινοτικής συνοχής, την
προσοχή συγκρατεί η, σε αντιδιαστολή με τις κατηγορηματικές θέσεις του Γάλλου
προέδρου, ταλάντευση της έναντι του Πεκίνου πολιτικής του Βερολίνου. Το οποίο,
όπως προκύπτει και από μια απλή ανάγνωση της γερμανικής κυβερνητικής «Σινικής
Στρατηγικής» σε συνδυασμό με τα διαδραματισθέντα κατά τη δεύτερη μετάβαση του
καγκελαρίου Σουλτς στην Κίνα, επιχειρεί να συμβιβάσει τη σχετικώς σκληρή σε
διακηρυκτικό επίπεδο γραμμή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και, ιδίως, της
Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με τη συνέχιση της σημαντικής εξάρτησης της γερμανικής
οικονομίας από την κινεζική αγορά.[18]
Σε ιδιαίτερα άνετο, αντιθέτως, κλίμα διεξήχθη η
επίσκεψη του Κινέζου προέδρου στο Βελιγράδι. Όπου πέραν πλειόνων διμερών
συμφωνιών συνεργασίας που επί τη ευκαιρία συνήφθησαν, ο κ. Σι συνυπέγραψε με
τον Σέρβο ομόλογό του – εκπρόσωπο, σημειωτέον χώρας υποψήφιας για ένταξη στην
ΕΕ – ένα χωρίς προηγούμενο στον κοινοτικό χώρο κείμενο, προβλέπον την οικοδόμηση
«μιας κοινότητας μεταξύ Κίνας και Σερβίας με κοινό μέλλον» [a community between China and Serbia with a shared future]. Υπ’ όψιν δε ότι η εξέλιξη
αυτή ήλθε ως επιστέγασμα της πολυετούς, σταθερής κινεζικής στήριξης προς τους
Σέρβους, τόσο στον οικονομικό τομέα, κυρίως μέσω ογκωδών επενδύσεων και
δανείων, όσο και στον διπλωματικό – και
όλως ιδιαίτερα στη ζωτικής σημασίας από σερβικής σκοπιάς διαμάχη για το
καθεστώς του Κοσσυφοπεδίου.[19]
Ενώ, πρόσθετο συμβολισμό στην επίσκεψη του Κινέζου προέδρου προσέδωσε η
παρουσία του στο Βελιγράδι την επέτειο του νατοϊκού βομβαρδισμού της εκεί
κινεζικής πρεσβείας κατά τον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας.
Εξ ίσου, τέλος, στοχευμένη ήταν η μετάβαση του
προέδρου Σι στην Ουγγαρία. Ο πρωθυπουργός της οποίας, χωρίς ποσώς να απεμπολεί
τα πολλαπλά γεωπολιτικά και οικονομικά αγαθά που προσφέρει στη χώρα του η
ευρωενωσιακή ιδιότητα, συχνότατα διαφοροποιείται από πλειοψηφικά κοινοτικά
ρεύματα. Σε ό,τι δε αφορά ειδικότερα στις σχέσεις της Βουδαπέστης με το Πεκίνο,
ανταποκρινόμενος προθύμως στα κινεζικά ανοίγματα, συμβάλλει ενεργώς, όχι μόνο στη
δυναμική τους προώθηση στον χώρο της οικονομίας, αγνοώντας παντελώς τα περί
απεξάρτησης της Ευρώπης από την κινεζική αγορά – η Ουγγαρία υπήρξε το πρώτο μέλος της ΕΕ που συμμετέσχε
στην κινεζική «Πρωτοβουλία μιας Ζώνης
και ενός Δρόμου» – αλλά και στην επέκτασή τους σε ιδιαίτερα ευαίσθητους τομείς,
όπως η εσωτερική ασφάλεια. Και συνεπώς
δεν πρέπει να εκπλήσσει το ότι ο Κινέζος πρόεδρος αποκάλεσε εγκωμιαστικά
τις σινο-ουγγρικές σχέσεις «ολοκληρωμένη στρατηγική σύμπραξη παντός καιρού».[20]
Γενικότερα δε, η ευρωπαϊκή περιήγηση του κ. Σι και οι κοινοτικοί
χειρισμοί του ουκρανικού, του παλαιστινιακού, και του μεταναστευτικού – με την
απαρίθμηση αυτή μακράν να απέχει του να είναι εξαντλητική – ανέδειξαν άπαξ έτι
τις δυσλειτουργίες της ΚΕΠΠΑ, αλλά και
την ανάγκη να της δοθεί ουσιαστικό περιεχόμενο προς όφελος, τόσο των επί μέρους
εθνικών συμφερόντων των κοινοτικών εταίρων, όσο και του ρόλου της Ευρωπαϊκής
Ένωσης ως ενιαίας, συμπαγούς δύναμης μέτρου και σωφροσύνης στο παγκόσμιο
γίγνεσθαι.
Υστερόγραφο
Ο χρόνος θα δείξει εάν, και ενδεδομένως σε ποιο βαθμό
και προς ποια κατεύθυνση, οι ευρωεκλογές του Ιουνίου 2024 θα επηρεάσουν την
κοινοτική συνοχή. Βέβαια, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διαθέτει περιορισμένες
αποφασιστικές αρμοδιότητες – και πάντως όχι συγκρίσιμες με εκείνες των
αντίστοιχων εθνικών βουλευτικών σωμάτων. Συναποφασίζει ωστόσο με το κυρίαρχο
Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για ορισμένα μείζονος σημασίας θέματα, όπως η εκλογή
του/της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Κυρίως δε έχει ισχυρή παρουσία στον
χώρο της επικοινωνίας και του συμβολισμού: Είναι υπό κάποια έννοια το διεθνές
πρόσωπο της ΕΕ και σε ικανό βαθμό ο καθρέπτης των πολιτικών δυνάμεων και τάσεων
στο εσωτερικό της.
Κατά τα λοιπά, οι διαθέσιμες κατά τη σύνταξη του
παρόντος πληροφορίες επιτρέπουν μερικές όλως προκαταρκτικές και κατ’ ανάγκην επισφαλείς
εκτιμήσεις. Ειδικότερα:
Μολονότι αρκετοί ευρωσκεπτικοί κομματικοί φορείς σημείωσαν
στις ευρωκάλπες σημαντική επιτυχία, οι σχετικώς συγκρατημένες θέσεις που οι
πλέον σημαίνοντες μεταξύ τους παρουσίασαν κατά την προεκλογική περίοδο – μερικοί
σε αντίθεση με παλαιότερες, ριζοσπαστικότερες τοποθετήσεις τους – δικαιολογούν την ελπίδα ότι η – ήδη αρκετά προβληματική
υπό φιλοευρωπαϊκό πρίσμα – ενδοκοινοτική κατάσταση πραγμάτων και πνευμάτων δεν
θα αποβεί ακόμη προβληματικότερη.[21]
Κατά δεύτερο λόγο, η διπλή συντριπτική ήττα στις
ευρωκάλπες του Γερμανού Καγγελαρίου και του Γάλλου προέδρου κατέφερε ένα ακόμη
οδυνηρό πλήγμα στη γαλλο-γερμανική ηγετική σύμπραξη. Ενώ όμως δεν αποκλείεται –
χωρίς φυσικά να προεξοφλείται – η μέσω των επικείμενων γαλλικών εθνικών εκλογών
μερική τουλάχιστον αναστήλωση του ευρωπαϊκού ηγετικού προφίλ του προέδρου
Μακρόν, οι αποσταθεροποιητικές επιπτώσεις των ευρωεκλογών στην εσωτερική γερμανική
πολιτική σκηνή και κατ’ επέκταση και στην ευρωπαϊκή παρουσία του Βερολίνου
προμηνύονται διαρκείας.
Ιδιαιτέρου, τέλος, ελληνικού ενδιαφέροντος είναι η
εκτίμηση έμπειρων παρατηρητών ότι, ως προς
το μεταναστευτικό, το κοινοτικό κλίμα θα μεταλλαχθεί επί το αμυντικότερο
και περιοριστικότερο.
Αυτά εν αναμονή και της έκβασης των αμερικανικών
προεδρικών εκλογών του προσεχούς Νοεμβρίου...
[1] Το παρόν κείμενο
εστιάζεται στην κοινοτική εξωτερική πολιτική, άμυνα και ασφάλεια. Για μια
συνοπτική παρουσίαση
των επιδόσεων της ΕΕ στον τομέα του διεθνούς οικονομικού ανταγωνισμού βλ. Patricia Cohen, Europe
Has Fallen Behind the U.S. and China. Can It Catch Up?, The New York Times, 05-06-2024.
[2] Για μια συνοπτική παρουσίαση των σχετικών θεσμικών
δυνατοτήτων, βλ. Γ. Ε. Σέκερης, Η
Ευρωπαϊκή Ένωση μεταξύ στρατηγικής αυτονομίας και εξάρτησης, Εθνικές
Επάλξεις, τεύχος υπ. αρ. 145, Ιουλίου-Σεπτεμβρίου 2023.
[3] War exposes cracks in European foreign policy, Financial Times,
27-03-2024.
[4] Γνωστή διεθνολόγος
καταλογίζει στη Γερμανία του καγκελαρίου Σόλτς «έλλειμμα στρατηγικής πυξίδας».
Βλ. Judy Dempsey, Germany
at a Crossroads, Strategic Europe, 04-06-2024,
https://carnegieendowment.org/europe/strategic-europe/2024/06/germany-at-a-crossroads?lang=en¢er=europe
[5] Emmanuel Macron Ponders Role of France’s Nuclear
Arsenal in Defending Europe, The Wall Street Journal, 28-04-2024.
[6]. Βλ. επί παραδείγματι, Ryan Girdusky, Giorgia
Meloni Is Better Than You Think, The American Conservative, 20-04-2024· Angelique Chrisafis, ‘A paradigm shift’: will Jordan Bardella finally normalise Le Pen’s far
right? The Guardian, 01-05-2024.
[7] Why most people regret Brexit. A majority of British
voters now believe the split was a mistake, The Economist, 11-05-2024.
[8] How Russia targeted France and radicalised Emmanuel
Macron,
The Economist, 18-04-2024 · Russia
must not be humiliated in Ukraine, says Emmanuel Macron, The Guardian,
04-06-2023· Hugh Schofield, Macron switches from dove to hawk on
Russia's invasion of Ukraine, BBC News, 16-04-2024· Macron says Russian victory in
Ukraine means Europe 'would not have security', Le Monde, 14-03-2024· Hawkish Macron finds
favour in Nato’s frontline states, French president rebuilds ties in Baltic
region with vow to defeat Russia, Financial Times, 31-03-2024· και
Macron Didn’t Want to Humiliate Putin. Now He Wants to Get Tough, The Wall Street
Journal, 03-04-2024.
[9] Yaroslav Trofimov, Can Europe Still Count on America’s Nuclear Umbrella?
Wall Street Journal, 05-04-2024.
[10] Statement of the Members of the European Council on
the situation in the Middle East, European Council, 15-10-2023.
[11] Spain, Norway and Ireland
Recognize a Palestinian State, a Blow to Israel The New York Times, 22-05-2024. Επίσης, Europe’s Power Outage, How the Israel-Hamas war
exposed EU’s irrelevance, Politico, 12-10-2023. Για μια ευρύτερη αξιολόγηση της ευρωενωσιακής παρουσίας στα
παγκόσμια δρώμενα, με ιδιαίτερη αναφορά στο Παλαιστινιακό, βλ. Nathalie Tocci, Europe’s chaotic response to the Israel-Hamas war
reveals how weak it is – to its enemies’ delight, The Guardian, 30-10-2023.
[12] 15 EU countries
call for the outsourcing of migration and asylum policy, euronews,
16-05-2024. Την επιστολή συνυπογράφουν
και Κύπρος και Ελλάδα.
[13] European Council Conclusions
on China, https://www.consilium.europa.eu/en/press/press-releases/2023/06/30/european-council-conclusions-on-china-30-june-2023
[14] Xi Visits Europe,
Seeking Strategic Opportunity, The New York Times, 05-05-2024.
[15] Για μια γενικότερη αποτίμηση των κινεζικών επιδιώξεων και επιδόσεων από
αμερικανικής σκοπιάς, βλ. Elizabeth Economy, China’s Alternative Order, Foreign Affairs, τεύχος Μαΐου-Ιουνίου 2024.
[16] Xi Visits Europe, Seeking
Strategic Opportunity, The New York Times, 05-05-2024.
[17] Jamil Anderlini και Clea Caulcutt, Europe
must resist pressure to become ‘America’s followers,’ says Macron,
POLITICO, 09-04-2023· και Macron meets Xi: Two emperors on
the edge of two wars. POLITICO, 05-05-2024.
[18] Germany’s China
Strategy Marks a New Approach in EU-China Relations, CSIS, 14-07-2023· Scholz’s
visit to China: Balancing distance and diplomacy, Euronews.business,
19-04-2024· και Germany’s Leader Walks a Fine
Line in China, New York Times, 16-04-2024.
[19] China, Serbia chart 'shared future' as Xi Jinping
visits Europe, Reuters, 09-05-2024· China and EU-candidate Serbia Sign Agreement to
Build a ‘Shared Future’, The Diplomat, 09-05-2024· και China, Serbia sign 28 cooperation documents, AA, 09-05-2024 https://www.aa.com.tr/en/asia-pacific/china-serbia-sign-28-cooperation-documents/3213817
[20] China, Hungary
elevate ties to all-weather comprehensive strategic partnership, Xinhua,
10-05-2024.
[21] Frida Ghitis,
Europe’s Far-Right Parties Are Jockeying for Position Ahead of EU Elections,
30-05-2024 https://www.worldpoliticsreview.com/