Οι ηγέτες της Σοβιετικής Ένωσης επέδειξαν αρχήθεν αξιοσημείωτο γεωπολιτικό ρεαλισμό, θυσιάζοντας, άμα τη αναλήψει της εξουσίας, την παγκόσμια κομμουνιστική επανάσταση στον βωμό των κρατικών τους – και ειδικότερα των ρωσικών – συμφερόντων. Και εν συνεχεία – ιδίως δε κατά και μετά τον Β! Παγκόσμιο Πόλεμο – έθεσαν συστηματικά την κομμουνιστική ιδεολογία στην υπηρεσία των συμφερόντων αυτών. Με επακόλουθο η σοβιετική εξωτερική πολιτική να διαφέρει από την τσαρική κυρίως ως προς τα διαθέσιμα στρατιωτικά μέσα – πολύ υπέρτερα επί σοβιετικού καθεστώτος - και ως προς τη χρησιμοποίηση ως ιδεολογικού όπλου του μαρξισμού, αντί, όπως επί Τσάρων, της Ορθοδοξίας· αν και η σοβιετική ηγεσία δεν δίστασε να καπηλευθεί και τη θρησκευτική πίστη, οποτεδήποτε το έκρινε σκόπιμο, εντός και εκτός συνόρων. [i]
Η αναδυθείσα από την καταρρέουσα ΕΣΣΔ Ρωσική Ομοσπονδία επιδίωξε, όπως ήταν φυσικό, να διαμορφώσει τη δική της γεωπολιτική ταυτότητα. Τις σχετικές, όμως, προσπάθειες δυσχέρανε η αποδυνάμωση της διεθνούς θέσης της χώρας λόγω των χαωδών εσωτερικών της πολιτικών και οικονομικών συνθηκών. Μάλιστα δε, η εξασθένιση της κεντρικής κυβέρνησης συνεπεία της άναρχης ιδιωτικοποίησης της οικονομίας και των προσπαθειών αυτονόμησης – και συχνά της διαφθοράς - πολλών περιφερειακών κυβερνητών, καθώς και οι αποσχιστικές τάσεις στους κόλπους του μουσουλμανικού στοιχείου της Ομοσπονδίας με αποκορύφωμα την ένοπλη εξέγερση στη Δημοκρατία της Τσετσενίας, όχι μόνο έθεσαν υπό δοκιμασία τη ρωσική πολιτειακή τάξη, αλλά και ενεργοποίησαν τα αμυντικά ανακλαστικά της ρωσικής κοινωνίας. Με επακόλουθο, τόσο οι κρατικές, όσο και οι ιδιωτικές πρωτοβουλίες των Δυτικών για τη σύναψη οικονομικών και στρατηγικών δεσμών με τους Ρώσους να εκλαμβάνονται από τους τελευταίους αυτούς - και όχι πάντοτε αδικαιολόγητα - ως υπαγωγή τους σε ένα είδος επιτροπείας. Κάτι το απαράδεκτο για ένα έθνος, το οποίο, ανεξάρτητα από τις καθεστωτικές και βιοτικές του δοκιμασίες, έχει πάντοτε φέρει υπερηφάνως την ιδιότητα της μεγάλης δύναμης. Τη ρωσική δε αυτή δυσανασχέτηση τροφοδότησε και η επέκταση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς - κατά παράβαση, κατά τη ρωσική εκδοχή, Δυτικών δεσμεύσεων περί του αντιθέτου. [ii]
Το πεδίο είχε συνεπώς προλειανθεί για την εμφάνιση ενός ισχυρού πολιτικού ηγέτη, κατά τη ρωσική αυταρχική παράδοση, ικανού να αποκαταστήσει την εσωτερική τάξη και συνακόλουθα και το διεθνές κύρος τού, κατά την ύστατη ιδίως φάση της προεδρίας Γιέλτσιν, κλυδωνιζόμενου ρωσικού κράτους. Αρχομένης δε της νέας χιλιετίας, τον ρόλο αυτόν ανέλαβε ο Βλαντιμίρ Πούτιν. Ο οποίος, «επιλύοντας» το Τσετσενικό δια πυρός και σιδήρου, και με τη ρωσική οικονομία να επωφελείται των υψηλών τότε διεθνών τιμών των υδρογονανθράκων, εδραίωσε συν τω χρόνω την εντός συνόρων πολιτική του ηγεμονία. Και παραλλήλως κατέβαλε αύξουσες προσπάθειες για να εξασφαλίσει για τη χώρα του τον παγκόσμιο ρόλο που θεωρεί ότι της αντιστοιχεί· δίνοντας υψηλή προτεραιότητα στην ανασυγκρότηση των παραμελημένων ρωσικών ενόπλων δυνάμεων - καθώς, όπως και επί σοβιετικού και τσαρικού παρελθόντος, η στρατιωτική ισχύς αποτελεί και σήμερα τον κυριότερο συντελεστή της διεθνούς επιρροής της Ρωσίας.[iii] Με τις γεωπολιτικές στοχεύσεις του νέου «τσάρου», όπως προκύπτουν από τα μέχρι τούδε πεπραγμένα του, να κινούνται προς τις ακόλουθες, κατά κύριο λόγο, κατευθύνσεις:
Τρεις κεντρικές επιλογές
Εν πρώτοις, προφανής είναι η προσπάθεια του Κρεμλίνου να αποφευχθεί μια κατά μέτωπο σύγκρουση με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Την οποία η Ρωσία δεν αντέχει, δοθέντος του αδιαμφισβήτητου αμερικανικού προβαδίσματος ως προς όλους τους συντελεστές ισχύος: δημογραφία, οικονομία, συμμαχίες, «ήπια ισχύ», και, κυριότατα, ένοπλες δυνάμεις· με ενδεχόμενη εξαίρεση τα πυρηνικά όπλα - προσφυγή όμως στα οποία θα μπορούσε να αποδειχθεί αυτοκτονική. Και για να διατηρηθούν οι εντάσεις με την Ουάσιγκτον υπό έλεγχο, η Μόσχα, παράλληλα με την εκδήλωση των εκάστοτε ρωσο-αμερικανικών αντιπαραθέσεων, αναζητεί σημεία σύγκλισης συμφερόντων και δυνατότητες συνεργασίας των δύο πλευρών. Με την αμερικανική να ανταποκρίνεται μέχρι στιγμής κατ’ αρχήν θετικά · επιδιώκοντας να τρέψει προς εποικοδομητική κατεύθυνση την πολιτική μιας μεγάλης δύναμης, ικανής εκ των πραγμάτων, είτε να αποσταθεροποιήσει τον ευρύ γεωπολιτικό της περίγυρο, είτε να συμβάλει καθοριστικά στη σταθεροποίησή του. Το πιθανότερο δε είναι ότι και ο/η διάδοχος του κ. Ομπάμα στον Λευκό Οίκο, ανεξάρτητα από την όποια προεκλογική ρητορική - ή ακόμη και ενδεχόμενη μετεκλογική σκλήρυνση στάσης - δεν θα απεμπολήσει τη γεωπολιτική αυτή λογική.
Σημειωτέον ότι η εξισορροπητική αυτή στρατηγική του Κρεμλίνου έγινε εμφανής την επαύριον ήδη της τρομοκρατικής επίθεσης της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 – με τον Ρώσο πρόεδρο να σπεύδει, πρώτος εκ των ηγετών των μεγάλων δυνάμεων, να συμπαρασταθεί τηλεφωνικώς στον πρόεδρο Μπους. Έκτοτε δε συνεχίζεται – τελευταίως, με τη διεξαγωγή εντατικών ειρηνευτικών ρωσο-αμερικανικών διαπραγματεύσεων, τόσο σε διμερές, όσο και σε πολυμερές πλαίσιο, εν μέσω των εντάσεων περί το Ουκρανικό και το Συριακό. (Διό και η σκοτεινή αναφορά του Ρώσου πρωθυπουργού Μεντβέντεβ στο ενδεχόμενο ενός «παγκόσμιου πολέμου» εξ αφορμής του Συριακού μάλλον ως πίεση προς αποτροπή της συζητούμενης εισόδου τουρκικών και σαουδαραβικών στρατευμάτων στο συριακό έδαφος πρέπει να εκληφθεί παρά ως προεικασία ρωσο-αμερικανικής σύρραξης.[iv] )
Αποφυγή, όμως, μιας ευθείας σύγκρουσης με τις ΗΠΑ δεν σημαίνει για τη Ρωσία του Πούτιν παθητική αποδοχή της παγκόσμιας αμερικανικής πρωτοκαθεδρίας. Την οποία αντιθέτως η Μόσχα τείνει να αμφισβητήσει όλο και περισσότερο. Αναπτύσσοντας, επί παραδείγματι, στρατηγικούς και οικονομικούς δεσμούς, σε διμερές ή και σε πολυμερές πλαίσιο, με άλλες μεγάλες δυνάμεις. Χωρίς, ωστόσο, οι συμπλεύσεις αυτές να ισοδυναμούν με τη συγκρότηση αντιαμερικανικού μετώπου. Και τούτο, όχι μόνο λόγω των πολλών εμφανών ή υποβοσκουσών αντιθέσεων συμφερόντων μεταξύ των συμπραττόντων κρατών· αλλά και διότι τα τελευταία αυτά, σχεδόν στο σύνολό τους, αποδίδουν μείζονα σημασία στη διατήρηση ομαλών σχέσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες.[v]
Στην ίδια δε αυτή γραμμή εξασθένισης της αμερικανικής επιρροής, η Μόσχα αποπειράται, όπως και επί σοβιετικής εποχής, να παρεμβάλει σφήνα μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και των Ευρωπαίων συμμάχων τους· υποδαυλίζοντας, μεταξύ άλλων, τον ιδιαίτερα έντονο στα πολιτικά άκρα της Κοινοτικής Ευρώπης αντιαμερικανισμό. Και συγχρόνως επιχειρεί να διαιρέσει τους Ευρωπαίους εταίρους, χρησιμοποιώντας ως κύριο μοχλό το ενεργειακό και γενικότερα τις οικονομικές σχέσεις. Με τις προσπάθειες όμως αυτές να σημειώνουν πολύ περιορισμένη μέχρι στιγμής επιτυχία.
Τέλος, εκ των πραγμάτων γίνεται σαφές ότι σε κορυφαία γεωπολιτική του προτεραιότητα το Κρεμλίνο έχει αναγάγει την ανάκτηση μέρους τουλάχιστον της επιρροής του επί των ανεξαρτοποιημένων πρώην σοβιετικών δημοκρατιών· και πάντως την αποτροπή της εκεί επέκτασης ή ενίσχυσης της επιρροής τρίτων - και κατά κύριο βέβαια λόγο των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.[vi] Τις συναφείς δε ρωσικές ανησυχίες επέτειναν, πέραν της ενσωμάτωσης στην Ατλαντική Συμμαχία των βαλτικών χωρών, αφ’ ενός, η ανάπτυξη, στο πλαίσιο του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας», αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων στο μαλακό ρωσικό γεωπολιτικό «υπογάστριο» από την Κεντρική Ασία έως την Υπερκαυκασία, και, αφ’ ετέρου, οι «έγχρωμες επαναστάσεις» της Γεωργίας, της Ουκρανίας, και του Κιργκιστάν - και η συνακόλουθη αποξένωση των κρατών αυτών από τη Ρωσική Ομοσπονδία.[vii]
Δεν πρέπει συνεπώς να εκπλήσσει ότι, με δεδομένες και την κοσμοαντίληψη και τις γεωπολιτικές στοχεύσεις της, η ρωσική ηγεσία, στις απειλητικές από τη σκοπιά της αυτές εξελίξεις, επέλεξε να αντιδράσει δυναμικά: Αρχικά με τον νικηφόρο πόλεμο κατά της Γεωργίας – στην πυροδότηση του οποίου συνέβαλε τα μέγιστα η άφρων πολιτεία του τότε γεωργιανού προέδρου – και με την ουσιαστική ενσωμάτωση του γεωργιανού βορρά στη ρωσική επικράτεια. Και εν συνεχεία - εξ αφορμής ασύνετων, κυρίως ευρωενωσιακών, αλλά εν μέρει και αμερικανικών, ενεργειών – με την προσάρτηση της Κριμαίας και την ενεργό στήριξη του αποσχιστικού κινήματος στην ανατολική Ουκρανία. Μολονότι δε το οικονομικό και γεωπολιτικό κόστος των επιλογών αυτών αποδεικνύεται υψηλό – οι λόγω Ουκρανικού Δυτικές κυρώσεις δοκιμάζουν την ήδη πληττόμενη από την πτώση της τιμής των υδρογονανθράκων στην αδιαφοροποίητη ρωσική οικονομία· [viii]και το ΝΑΤΟ ενισχύει τη στρατιωτική του παρουσία στην Ανατολική Ευρώπη – ο πρόεδρος Πούτιν δεν φαίνεται διατεθειμένος να αναδιπλωθεί.
Το Συριακό
Η αραβική άνοιξη έθεσε τους Ρώσους κυβερνώντες προ νέων γεωπολιτικών δεδομένων, συνεπαγόμενων συγχρόνως κινδύνους και ευκαιρίες. Ενδεχόμενη, ειδικότερα, ανατροπή του καθεστώτος Ασάντ θα σήμαινε για τη Μόσχα απώλεια τής ήδη από τη σοβιετική εποχή - και σήμερα μόνης ουσιαστικά - μεσανατολικής στρατηγικής της συμμάχου Συρίας, και της εκεί μόνης μεσογειακής ναυτικής της βάσης· αλλά και θα συνεπέφερε τον σοβαρότατο για την ίδια τη Ρωσική Ομοσπονδία κίνδυνο εξάπλωσης του σουνιτικού φονταμενταλισμού. [ix] Προς αποτροπή δε των απευκταίων αυτών, και ενδεχομένως και για να αποσπάσει την προσοχή, τόσο της ρωσικής κοινής γνώμης, όσο και τη διεθνή, από τη διαμάχη περί το Ουκρανικό, το Κρεμλίνο προχώρησε στη στρατιωτική - αεροπορική μέχρι στιγμής - στήριξη του συριακού καθεστώτος· διεκδικώντας έτσι εμπράκτως και το δικαίωμα της Ρωσίας ως «παγκόσμιας δύναμης» να ενεργεί κατ’ αναλογίαν προς τον στρατιωτικό επεμβατισμό της Δύσης από το Αφγανιστάν και το Ιράκ έως τη Λιβύη – ου μην αλλά, και την ίδια τη Συρία.[x]
Με τη ρωσική αυτή επέμβαση να έχει πιθανότατα αποτρέψει οριστικά την μέχρι πρότινος επικείμενη κατάρρευση του συριακού καθεστώτος. Αλλά και να εκθέτει τη Μόσχα σε πλείονα επικίνδυνα επακόλουθα - με κυριότερα ίσως: την επιβάρυνση των σχέσεών της με την Ουάσιγκτον· ισλαμικά τρομοκρατικά αντίποινα· και μια στρατιωτική σύγκρουση με την Τουρκία. Και η μεν ρωσο-αμερικανική όξυνση φαίνεται προς το παρόν να αποσοβείται, χάρις στους συγκρατημένους χειρισμούς και των δύο πλευρών – και ιδίως της αμερικανικής. [xi] Ενώ οι Ρώσοι δείχνουν να αντιμετωπίζουν τις αντιδράσεις του Ισλαμικού Κράτους - πρόγευση των οποίων παρέσχε ενδεχομένως η ανατίναξη εν πτήσει ρωσικού τουριστικού αεροσκάφους – με ψυχραιμία επιβεβαιώνουσα ίσως το γνωμικό «ο βρεγμένος τη βροχή δεν τη φοβάται». Η ραγδαία όμως επιδείνωση των ρωσοτουρκικών σχέσεων, ιδίως μετά την κατάρριψη από τους Τούρκους ρωσικού πολεμικού αεροσκάφους, πρέπει αναμφίβολα να προβληματίζει τη ρωσική ηγεσία· τόσο μάλλον που θα μπορούσε να οδηγήσει και σε εμπλοκή του ΝΑΤΟ, του οποίου η Τουρκία είναι μέλος.
Το ενδεχόμενο δε αυτό, όπως είναι φυσικό, ανησυχεί σφόδρα και τους ίδιους τους Δυτικούς συμμάχους - και ιδίως τους Αμερικανούς. Οι οποίοι ως εκ τούτου καταβάλλουν σύντονες προσπάθειες χαλιναγώγησης του Τούρκου προέδρου.[xii] Και ναι μεν παρέχουν διαβεβαιώσεις τήρησης του άρθρου 5 του Ατλαντικού Συμφώνου σε σχέση με την ασφάλεια της τουρκικής επικράτειας, πλην όμως διαμηνύουν ποικιλοτρόπως ότι δεν είναι διατεθειμένοι να παρασυρθούν σε πόλεμο με τη Ρωσία λόγω παρακινδυνευμένων τουρκικών ενεργειών. [xiii]
Μερικές γενικότερες επισημάνσεις εν είδει επιμέτρου
1. Η διαχρονική διατήρηση, δια μέσου μειζόνων καθεστωτικών ανατροπών, ορισμένων σταθερών στους γεωπολιτικούς προσανατολισμούς της Ρωσίας επιβεβαιώνει τον κεντρικό ρόλο της γεωγραφίας και της πολιτικής κουλτούρας στον καθορισμό των διεθνών επιλογών των κρατών.
2. Η Ρωσία είναι πολύ μεγάλη και πολύ διαφορετική για να χωρέσει στο ΝΑΤΟ ή στην Ευρωπαϊκή Ένωση - παρά την, αμέσως μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, συνηγορία ορισμένων Δυτικών, αλλά και Ρώσων, υπέρ της ένταξής της στους διεθνείς αυτούς οργανισμούς.
3. Η ιδιοπροσωπία των ιθυνόντων ασκεί σαφώς μεγαλύτερη επίδραση επί των τυχών του κράτους στο ρωσικό κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον από ό,τι σε εκείνο των ώριμων δυτικών δημοκρατιών. Εξ ου και η ιδιαίτερη σημασία που, δικαιολογημένα, αποδίδεται στο πολιτικό μέλλον του προέδρου Πούτιν – σε σύγκριση με το ενδιαφέρον που παρουσιάζουν οι πολιτικές προοπτικές της κυρίας Μέρκελ ή των κ. κ. Κάμερον και Ολάντ, ή ακόμη και η διαδοχή του κ. Ομπάμα στην αμερικανική προεδρία. [xiv]
[i] Το κείμενο αυτό αποτελεί προδημοσίευση από το επόμενο τεύχος των «Εθνικών Επάλξεων», περιοδικής έκδοσης του «Συνδέσμου Επιτελών Εθνικής Αμύνης [ΣΕΕΘΑ]»
[ii] Βλ. μεταξύ πολλών άλλων, NATO's Eastward Expansion. Did the West Break Its Promise to Moscow? SPIEGEL ONLINE, 26-11-2009.
[iii] Βλ. Jonathan Masters, The Russian Military, Council of Foreign Relations, 28-11-2015. Catrin Einhorn, Hannah Fairfield, και Tim Wallace, Russia Rearms for a New Era, International New York Times, 24-12-2015. Και Elisabeth Braw, Russia's Conscription Conundrum. The Obstacles to Modernizing the Country's Armed Forces, Foreign Affairs, 25-8-2015. Σύμφωνα με το έγκυρο International Peace Research Institute της Στοκχόλμης, ως προς το ύψος των στρατιωτικών δαπανών η Ρωσία κατέχει την τρίτη θέση παγκοσμίως – επόμενη μόνο των ΗΠΑ και της Κίνας.
[iv] Βλ. Russia raises specter of interminable or 'world war' if Syria talks fail, Reuters, 11-2-2016.
[v] Επί παραδείγματι: η Μόσχα έχει συνάψει στρατηγικές και οικονομικές σχέσεις με το Νέο Δελχί και το Πεκίνο, και πιο προσεκτικά και με το Ιράν. Και συμμετέχει στην κατ’ ουσίαν ανταγωνιστική των ΗΠΑ και της Δύσης γενικότερα, οικονομική και χρηματοπιστωτική πρωτίστως σύμπραξη, γνωστή με το ακρωνύμιο των κρατών-μελών της BRICS. Από την άλλη όμως, τόσο οι Ρώσοι, όσο και οι Ινδοί, βλέπουν την Κίνα ως εν δυνάμει μείζονα απειλή. Ενώ Ινδία και Κίνα έχουν στενή οικονομική συνεργασία με τις ΗΠΑ, η πρώτη δε και στρατηγική. Και η κινεζική διπλωματία συμπράττει αυτή τη στιγμή με την αμερικανική για την αντιμετώπιση των αποσταθεροποιητικών πυρηνικών φιλοδοξιών του βορειοκορεατικού καθεστώτος. (Βλ. σχετικώς U.S. and China Agree on Proposal for Tougher North Korea Sanctions, New York Times, 26-2-2015.)
[vi] Χαρακτηριστική σχετικώς παλαιότερη δήλωση του προέδρου Πούτιν ότι «η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης» αποτελεί «μείζονα γεωπολιτική καταστροφή του [Εικοστού] Αιώνα». Βλ. Annual Address to the Federal Assembly of the Russian Federation, President of Russia, Official Web Portal, 25-4-2005. Ενώ λίγο αργότερα ο τότε πρόεδρος και νυν πρωθυπουργός Ντμίτρι Μεντβιέντεφ δήλωνε: «Η Ρωσία, όπως και οι άλλες χώρες στον κόσμο, έχει περιοχές προνομιακών συμφερόντων της». Διευκρινίζοντας ότι είχε κατά νουν «συνοριακές περιοχές, αλλά όχι μόνον». Βλ. A. E. Kramer, Russia Claims Its Sphere of Influence in the World, New York Times, 1-9-2008.
[vii] Η Μόσχα έχει καταβάλει αρκετά περιορισμένης απόδοσης προσπάθειες διατήρησης της επιρροής της επί των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών, μέσω περιφερειακών διακυβερνητικών οργανισμών, όπως, αρχικώς, η Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Κρατών [Commonwealth of Independent States (CIS)], και, εν συνεχεία, o Οργανισμός Συνθήκης Συλλογικής Ασφαλείας [Collective Security Treaty Organization (CSTO)}, και η Ευρασιατική Οικονομική Ένωση [Eurasian Economic Community (EurAsEC)]. Για μια αναλυτική παρουσίαση του θέματος, βλ. Russia and Regional Organizations, Russian AnalyticalDigest, no. 76, 15-4-2010.
[viii] Περίπου το ήμισυ των εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού της Ρωσικής Ομοσπονδίας προέρχεται από τους φόρους επί του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Βλ. Mark Whitehouse, Πώς επιβιώνει ο Putin από τη χαμηλή τιμή του πετρελαίου, Capital.gr, 26-2-2016.
[ix] Για μια αρκετά διαφωτιστική παρουσίαση της συριακής κρίσης από την έναρξή της, αλλά και επικριτική της Δυτικής πολιτικής, βλ. άρθρο του καθηγητού του Πανεπιστημίου Columbia και Ειδικού Συμβούλου του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Jeffrey D. Sachs, Ending the Syrian War, Project Syndicate, 29-2-2015. Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης η διεξοδική εξέταση των ρωσικών κινήτρων στο Συριακό σε άρθρο των Jiri Valenta και Leni Friedman Valenta, υπό τον τίτλο Why Putin Wants Syria, στο Middle East Quarterly, τεύχος Άνοιξης 2016, http://www.meforum.org/5876/why-putin-wants-syria
[x] Ο πρώην Βρετανός υπουργός εξωτερικών Λόρδος Ντέιβιντ Όουεν επισημαίνει σχετικώς τα ακόλουθα: «Είναι εύκολο να λησμονηθεί ότι η Ρωσία ανταποκρινόταν σε αίτημα του Σύρου Προέδρου Μπασάρ Ασάντ να βοηθήσει να κρατηθούν ανοικτές οι ζωτικής σημασίας οδικές αρτηρίες μεταξύ Δαμασκού και της Μεσογείου που απειλούντο από τις εχθροπραξίες. Από τη ρωσική σκοπιά η ανταπόκριση στο αίτημα αυτό ήταν θεμιτή, δοθέντος ότι η Ρωσία είχε, κατόπιν πρόσκλησης της συριακής κυβέρνησης, ναυτικές βάσεις στη συριακή επικράτεια για περισσότερο από 45 χρόνια. Πρέπει δε να αναγνωρισθεί ότι άλλα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ ανταποκρίθηκαν στο παρελθόν σε τέτοια αιτήματα από άλλες χώρες, ισχυριζόμενα ότι οι στρατιωτικές τους επεμβάσεις ήταν νόμιμες.» Βλ. Lord David Owen, How the Syrian Conflict Could Lead to a Clash Between Russia and NATO, World Post, 22-2-2016.
[xi] Η Ουάσιγκτον δεν επιμένει πλέον στην απομάκρυνση του προέδρου Ασάντ από την εξουσία ως προϋπόθεση επίλυσης του Συριακού. Βλ. US and Russia agree to enforce new Syria ceasefire, The Guardian, 22-2-2016.
[xii] Το μένος του προέδρου Ερντογάν κατά του Σύρου ομολόγου του εξηγείται πρωτίστως από τους φόβους του για τις επιπτώσεις της επιβίωσης του συριακού καθεστώτος, τόσο στο Κουρδικό (με την παγίωση κουρδικού κρατιδίου στα συρο-τουρκικά σύνορα – όσο και στις ηγετικές φιλοδοξίες του στον μεσανατολικό μουσουλμανικό, και ιδίως σουνιτικό, κόσμο. Κατά τον πρώην Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ και πρώην Ύπατος Εκπρόσωπο της ΕΕ για την ΚΕΠΠΑ κ. Σολάνα, «Το πρόβλημα για την Τουρκία είναι ότι τα συμφέροντά της δεν είναι τόσο ευθύγραμμα [straightforward] σε σχέση με την αναχαίτιση του Ντάες (γνωστού και ως Ισλαμικού Κράτους…), ή ακόμη και με την ανατροπή του Ασάντ από την εξουσία. Επιδιώκει επίσης να εξασφαλίσει ότι κουρδικές ομάδες – όπως το Κόμμα της Δημοκρατικής Ένωσης (PYD) της Συρίας, που συνδέεται στενά με το Εργατικό Κουρδικό Κόμμα της Τουρκίας (ΡΚΚ) – δεν θα παγιώσουν τον έλεγχό τους επί συριακών εδαφών, είτε τώρα, είτε κατά την περίοδο ανασυγκρότησης μετά το πέρας της σύγκρουσης.» Alexei Danichev, Javier Solana, NATO Ex-Secretary General Explains Why Turkey Must Reconcile With Russia, http://sputniknews.com/ 1-2-2016.
[xiii] Για τις νατοϊκές διαβεβαιώσεις βλ. NATO stands in solidarity with Turkey and supports the territorial integrity of our Ally, Turkey. Statement by the NATO Secretary General on Russian air space violation, Ιστότοπος NATO 30 -1-2016. Για τις συμμαχικές ανησυχίες και επιφυλάξεις βλ. άρθρο υπό τον τίτλο Putin vs. Erdogan: NATO Concerned over Possible Russia-Turkey Hostilities στον ιστότοπο SPIEGEL ONLINE της 19ης Φεβρουαρίου 2016, στο οποίο αναφέρονται υπόμνηση του Λουξεμβούργιου υπουργού εξωτερικών ότι «η [νατοϊκή]εγγύηση ισχύει μόνο όταν ένα κράτος μέλος καταφανώς υφίσταται επίθεση», και δήλωση του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ ότι «πρέπει να αποφύγουμε να εκφύγουν ελέγχου καταστάσεις, επεισόδια, ατυχήματα. »
[xiv] Σημειωτέον εν προκειμένω ότι, επί του παρόντος, η υψηλή δημοτικότητά του Ρώσου προέδρου παραμένει αλώβητη· με τις προοπτικές επανεκλογής του το 2018 για μια τέταρτη προεδρική θητεία να εμφανίζονται ευνοϊκότατες. Ωστόσο, ηγεμονική αυτή θέση του Ρώσου ηγέτη θα μπορούσε να υπονομευθεί από αστάθμητους, αυτή τη στιγμή παράγοντες, όπως μα ρωσική οικονομία υπερβολικά εξαρτημένη από τους υδρογονάνθρακες, και οι εξελίξεις περί το Συριακό